You are currently browsing the category archive for the ‘Ευθυμογραφικά’ category.

[Το καλοκαίρι του 1890 ο δικηγόρος Νικόλαος Α. Ρώσσος (1839-1920), δήμαρχος Λάρνακας (1884-1908) άρχισε εργασίες ανακαίνισης του σπιτιού του στη Σκάλα, την ιδιοκτησία του οποίου μοιραζόταν με τον αδελφό του. Κατά τις εργασίες έγιναν και άλλες επεμβάσεις στην περιοχή. Τούτο έδωσε την ευκαιρία στον δημοσιογράφο Χριστόδουλο Κουππά (1845-1918), εκδότη της εφημερίδας Ένωσις (1885-1918), να δημοσιέψει στο σατιρικό παράρτημα Χωρκάτης, της εφημερίδας του, σχετική σατιρική στιχομυθία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πρότασή του, ότι καλύτερα θα ήταν να ευθυγραμμιζόταν ο δρόμος από την οικία Αλίμονάκη έως την τούρκικη Αγορά ώστε να υπάρχει ανεμπόδιστη θέα από τα γραφεία της Anglo-Egyptiian έως την Αγορά· μία πρόταση την οποία οποία, περιαυτολογώντας ο Κουππάς, χαρακτηρίζει ότι δεν έγινε ούτε από τους καλύτερους μηχανικούς. (Στη φωτογραφία: Ν. Α. Ρώσσος. Για τον Χριστόδουλο Κουππά, βλ. και ανάρτηση αρ. 126].

Αντζουλής:

Είντα ’ν που σάζουσιν, ολάν,

πάλε μέσα στην Σκάλαν,

είντα ’κοψεν η τζεφαλή

τι σκέδια εβκάλαν;

Ξέρεις πως αρκινήσασιν

να σάζουσιν την πόλιν,

τζι εν να την τζινουρκώσουσιν

όπως θέλουσιν όλοι;

Χωρκάτης:

Στραβάραν μες στα μμάδκια σου

εν να την τζινουρκώσουν,

ούτε τους δρόμους εν να δεις

ποτέ σου να τους στρώσουν.

Ο Δήμαρχός μας, μάνα μου,

ούλην την προσοχήν του

έβαλεν για το σπίτιν του

που δκια τζαι την ζωήν του.

Ούλους τους δρόμους έκοψεν

τριγύρω του σπιδκιού του,

ούλον δικόν του ’εν ενί

μισόν του α[δ]ερφού του.

Σεβτάς του έπεσεν πολύς

για να κάμει παλάτι,

έτσι του εκατέβηκεν

τζαι το ’ριψεν στ’ αμμάτι.

Που αν κατα[γ]υρέψουσιν,

ετζείνο ’κόμα θέλει,

κανέναν όμως ’εν κόφτει

ούτε κανέναν μέλλει.

Ά[δ]ε ωραία έρκεται

να πιάσουσιν λιβέριν,

φκιάρκα τζαι τσάππες, μάρτελλους,

πολλοί χτίστες στο σιέριν,

τζαι ν’ αρκινήσουν χάλασμαν

’που του Αλιμονάκη,

τζαι ράμμαν να τραβήσουσιν

μέσα στο παζαράκι.

Τότε να δείτε ομορκιάν

πον’ να ’σει το παζάρι,

να στέκουν ούλοι να θωρούν

τζαι να κάμνουν καμάριν.

Που την Αγγλο-Εζύψιαν

να στέκεται κανένας

τζαι ώς το Τουρκοπάζαρον

να βλέπει έναν-έναν.

Ιδού σχέδιον, φίλε μου

Δήμαρχε, που την Σκάλαν,

που ιντζενιέρηδες καλοί

ποτέ τους ’εν εβκάλαν.

Όι θέλεις το σπίτι σου

που βρίσκεται στην μέσην

να το κάμεις ανάχτορον

ούλοι γι’ αυτό να λέσιν.

Άφησ’ το σπίτι νακκουρίν

τζαι ρέξε που τους δρόμους,

να δεις βουνάρκα χώματα

να νώσεις τζαι τους βρόμους.

IoannisPerdiosΟ πρόωρα χαμένος σατιρικός ποιητής Ιωάννης Περδίος (1882-1930) παρ’ ότι σατίριζε με τους στίχους του προσωπικότητες και καταστάσεις της εποχής του, διέθετε ήπιο χαρακτήρα και φυσική ευγένεια που επέτρεπαν να είναι πάντοτε αγαπητός σε όλους. Από το 1911 και έως το θάνατό του εξέδιδε στη Λευκωσία την έμμετρη σατιρική εφημερίδα του Μαστίγιον, “Που δύο φορές τον μήνα κροταλίζει / και πότε πίπτει καυστικόν και πότε γαργαλίζει”, όπως έγραφε Όταν πέθανε τον έκλαψε όλη η Κύπρος.

Ο Περδίος τον Ιούνιο του 1918 ήλθε στη Λάρνακα, προσκεκλημένος του Δήμου της Πόλης, και πήρε μέρος ως μέλος κριτικής επιτροπής διαγωνισμών που έγιναν κατά τη διάρκεια της γιορτής του “Κατακλυσμού”. Μετά την επιστροφή του στη Λευκωσία δημοσίεψε στην εφημερίδα του το ακόλουθο στιχούργημα με χαριτωμένες εντυπώσεις και πληροφορίες για τη γιορτή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απόψεις του για τη χρήση του κυπριακού ιδιώματος στη λαϊκή μας ποίηση.

Εις τη Σκάλα μάς επήραν για Κριτάς

Για να κρίνουμε τους ντόπιους Ποιητάς!

Χάρις στον Κυριαζή

Και τον Νίκο τον αγά μου

Πήγα με κριτάς μαζί

Σαν εκάθουμουν στ’ αυγά μου!

*

Με σηκώσαν απ’ εδώ

Και στη Λάρνακα με πήραν

Για ν’ ακούσω και να δω

Των Κυπρίων μας την λύραν!

*

Και στου Ζήνωνος την γη

Με τον Νίκο μου πηγαίνω

Και στο πόντε μ’ οδηγεί

Κι ενθουσιασμένος μένω!

*

Λευκοφόρες πετακτές

Εις το πόντε των ψαρεύαν

Με στολές τόσο λεπτές

Που κι αράχνες τες ζηλεύαν!

*

Κι είδαμε και μερικές

Που ξεκάλτσωτες διαβαίναν

Και γαμπίτσες δυο λευκές

Με μαγνήτισαν κι εμέναν!

*

Κι οι καλοί μας χωρικοί

Καθώς έμπαιναν στες βάρκες

Έχασκαν εκστατικοί

Που γυμνές θωρούσαν σάρκες!

*

Την βραδιάν παντού σβηστοί

Μέναν γλόμποι φωτοβόλοι

Κι όμως κάπου ―σαπριστί―

Εφεγγοβολούσαν όλοι!

*

Με τραγούδια και χορούς

Και κοσμοπλημμύραν τόση

Είδα τους παλιούς καιρούς

Πίσω πάλι να στραφώσι!

*

Μα κι εκλογικά πολλά

Ψουψουρούσαν κάθε βράδυ

Και κεφάλια με μυαλά

Στη φωτιάν εχύναν λάδι!

*

Λοιπόν κάθε μια βραδιά

Με σωστή κοσμοπλημμύρα

Πήγαινα κι εγώ, παιδιά,

Για ν’ ακούσω ντόπια λύρα!

*

Κι αοιδούς μας λαϊκούς

Ήκουα που κελαδούσαν

Κι εμαγεύεσο ν’ ακούς

Την αγροτικήν των Μούσαν!

*

Με μια γλώσσα ζωντανή

Σαν κι εκείνην του Βασίλη

Είχαν μέλι στην φωνή

Μα και ζάχαρη στα χείλη!

*

Τους ευρήκα δυνατούς

Σαν στην γλώσσα των τσιαττίζαν

Μα τους εύρισκα φρικτούς

Όταν ελληνικουρίζαν!

*

Σαχλοί μου ’χανε φανεί

Μ’ αρλεκίνων πατσαβούρες

Που τη γλώσσα την αγνή

Νόθευαν μ’ ελληνικούρες!

*

Κι εβροντούσα δυνατά

Με της Μούσης την μπουμπάρδα:

Με φτιασίδια σαν κι αυτά

Γλώσσαν κάμνετε μπαστάρδα!

*

Μα με γλώσσαν αμιγή

Μ’ εγοήτευσαν εκείνοι

Κι είπα: στην δική μας γη

Νέοι θα νας βγουν Στασίνοι!

[Σημειώσεις : Ο γιατρός και δημοτικός σύμβουλος Νεοκλής Γ. Κυριαζής υπήρξε ο εισηγητής των ανανεωμένων, από το 1918, εκδηλώσεων του Κατακλυσμού στη Λάρνακα. / πόντε = η μεγάλη αποβάθρα της Λάρνακας / σαπριστί = Μα το Θεό! (από παραφθορά αντίστοιχης γαλλικής έκφρασης)].

[Με το ψευδώνυμο “Αν. Ούσιος” δημοσίευε σατιρικούς στίχους κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μερικά χρόνια αργότερα, ο σκαλιώτης συγγραφέας Χρήστος Κάρμιος (1913-1999)].

KarmiosChr

Και είπε ο Θεός: “Ας χωρισθούν τα ύδατα”.

Και είπε ο Θεός: “Ας γίνει και η σφαίρα”.

Μα κάποιος του εσφύριξε κρυφά στ’ αυτί “βλαστήματα

πρέπει κάτι ανώτερο να κάνεις ω πατέρα!”

*

Και ο Θεός που τ’ άκουσε σκαρώνει τα τετράποδα

και απ’ αυτά για δίποδα, αφήνει πέντε-δέκα

κι αφού του βγήκε η πίστη του και μάλιστα ανάποδα

στο τέλος τα κατάφερε να κάμει τη γυναίκα.

*

Μα ο Έρως, που εθύμωσε γιατί παραγνωρίστηκε,

γιατί τάχα δεν του όρισαν κι αυτού ένα παλάτι

να εξασκεί το επάγγελμα, φουρκίσθηκε, οργίσθηκε

και δυνατά εφώναξε: “Πρέπει να γίνει κάτι”.

*

Και λέει ο Θεός: “Ας γίνει αυτού το θέλημα.

Μα επειδή, ως πάνσοφος, για όλα εγώ φροντίζω,

πρέπει και για τα θύματα να ’χω εν’ άλλο μέλημα.

Γι’ αυτό, Ημείς Πανάγαθος, τοιάδε λέω κι ορίζω:

*

Στη Σκάλα με τες όμορφες κοπέλλες και τα κτήρια,

οι Φοινικούδες οι κλεινές να ’ν’ έρωτα Σχολείο,

και τα φτωχά τα θύματα να παίρνουν εισιτήρια

για θεραπεία δωρεάν εις το …Φρενοκομείο!

[O Χριστάκης Πουρίνος, γνωστός εύθυμος “τύπος” της Λάρνακας (βλ. και κείμενο αρ. 102) σε ιστορία του με τίτλο “Πρώτος παρατηρητής” σατίριζε τα “κατορθώματά” του στην υπηρεσία προστασίας της πόλης από πιθανές αεροπορικές επιδρομές (Αεράμυνα). Ο Γεώργιος Π. Αραδιππιώτης, δικηγόρος και πρώην δήμαρχος Λάρνακας, που και αυτός διέθετε πλούσιο χιούμορ ―είχε γράψει και νούμερα επιθεωρήσεων που ανεβάστηκαν στη σκηνή κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκόσμιου Πολέμου― ετοίμασε σατιρικό επικήδειο για τον “ηρωα” Πουρίνο. (Μετά την παρουσίαση του χειρογράφου ακολουθεί και έντυπη μεταγραφή του)].

aradippiotis11aradippiotis2aradippiotis31

Εδώ κείται ο τετιμημένος νεκρός καλυμμένος με δάφνας τα οποίας έδρεψε μέσα εις τα χαρακώματα και τας οποίας εδρόσιζε ο ιδρώς της αγωνίας και του τρόμου του, τον ελίπανε η κόπρος, ην παρήγε άφθονον οσάκις ίπταντο αεροπλάνα υπεράνω της πόλεως ην μέχρι του θανάτου και της ερημώσεως υπερήσπιζε.

     Πόσον υπήρξεν ατυχής εις έμπνευσιν ο ανάδοχός του· έπρεπεν να ονομασθεί Γολιάθ, Αίας, Άτλας, Ναπολέων, Ουέλλιγκτον, Αλέξανδρος και όχι να λάβει το ήμερον χριστιανικόν όνομα Χριστάκης. Αλλ’ ας είναι, κάποτε τα ονόματα ευρίσκονται εις τελείαν αντίθεσιν με τον χαρακτήρα, το κάλλος, την ρώμην και την ανδρείαν του ατόμου.

     Εισήρχετο εις τα χαρακώματα, οσάκις η πατρίς τον εκάλει, με ταχύτητα κονίκλου ειθισμένου να κινείται με πάσαν ευκολίαν εις τα ανήλια υπόγεια, αν και ο ήρως τον οποίον κηδεύομεν σήμερον είχε μάλλον την γενναιότητα λαγωού.

     Τον βλέπω να παρελαύνει ενώπιόν μου με τον σιδηρούν πίλον του, τον οποίον είμαι βέβαιος, ότι εχρησιμοποίησε αυτόν οσάκις η ανάγκη τον εκάλει, και έρχονται εις την μνήμην μου οι ήρωες του Τρωϊκού πολέμου με τα κράνη των, οι σιδηρόφρακτοι ιππόται του Μεσαίωνος, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Κολοκοτρώνης με την περικεφαλαίαν των. Μάλιστα κύριοι, και αυτός ήτο δειλός με περικεφαλαίαν.

     Και συ μήτερ μη κλαίεις δια το τέκνον σου, όπως η Κορνηλία η μήτηρ των Κράκχων. Ο υιός σου θα ζει εις τον αιώνα. Περνούν τώρα ενώπιόν του και τον χαιρετούν οι ήρωες των αιώνων. Ιδού, τον εναγκαλίζεται ο Δον Κιχώτης, τον φιλεί ο Ταρταρίνος και του σφίγγει δυνατά το χέρι ο Σκαλιώτης Σπανιόλος. Μη κλαίεις, μήτερ, ιδού τον εισέρχεται θριαμβευτικώς εις το Πάνθεον δια να ετοιμάσει θέσιν δι’ άλλους ήρωας συστρατιώτας του και άλλους εκλεκτούς Λαρνακείς.

     Κοιμού ένδοξε νεκρέ, συ ο οποίος υπήρξες το δεξί χέρι του Κλούνις, τα αριστερό χέρι του Ζηνωνή, το δεξιό πόδι του Μουράτ, το αριστερό πόδι του Wideson.

     Κοιμού, ανδρείε, συ ο οποίος υπήρξες η άμυνα της πόλεως, η έμπνευσις και η ενθάρρυνσις του Βυρωνή, του Μιχαλάκη Χαχολιάδη, του Μικελλίδη, του Μίκη του Χατζημιχάλη, πραγματικώς ασκός πλήρης αέρος, δια την αεράμυναν της πόλεώς σου.

     Γαίαν έχοις ελαφράν, όπως ελαφρός υπήρξες καθ’ όλον σου τον βίον.

     Επί του τάφου σου αξίζει να γραφεί εκείνο το οποίον εχαράχθη εις τον τάφον του ισπανού ήρωος Δον Κιχώτη:

     Ενθάδε κείται ήρως μεγάφρων και προσηνής, μη, διαβάτα, τούτου την φήμην ψέξει κανείς. Εάν δεν ήτο ο χαριέστερος των τρελλών θα εθρυλείτο ως και του φρονήματος υπερβαλών.


[Πρόσωπα αναφερόμενα στο κείμενο: Roberτ Ross-Clunis, Ζήνων Δ. Πιερίδης, Edmund Murat, Οδυσσέας Ευρυβιάδης (Wideson), Βύρων Χαχολιάδης, Μιχαλάκης Χαχολιάδης, Αντώνης Μικελλίδης, Μίκης Χατζημιχάλης. ―Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον Λούη Περεντό]. 

vioannides

 

Μια από τις πιο πνευματώδεις μορφές που έζησαν στη Λάρνακα ήταν ο γιατρός και ιστοριοδίφης Νεοκλής Γ. Κυριαζής (1877-1956), προσωπικότητα με τεράστια κοινωνική συνεισφορά στην πόλη του Ζήνωνα. Γνωστός για το καλοπροαίρετο χιούμορ του, σίγουρα δεν δυσκόλεψε τη σατιρική πέννα του Βικτωρα Ιωαννίδη να τον χαρακτηρίσει “πρωταθλητή του καλαμπουριού”.

Ο Ν.Γ. Κυριαζής άρχισε από τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής του στη Λάρνακα (1904) να δημοσιεύει χρονογραφήματα (μερικές φορές με το ψευδώνυμο… “Κυρία Ζ.”), επιφυλλίδες και μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά, έως ότου μεγάλο μέρος της δημιουργικότητάς του συγκεντρώθηκε στην έκδοση του περιοδικού Κυπριακά Χρονικά (1923-1937) και δικών του βιβλίων. vioannides24Ένα από τα γνωστά “ανέκδοτά” του:

Σε σκαλιώτικη Λέσχη όπου σύχναζαν πολλοί γνωστοί πολίτες, ο γιατρός Κυριαζής παρακολουθούσε σιωπηλός μια ομάδα φίλων που χαρτόπαιζαν. ανάμεσά τους και ο φαρμακοποιός Μιχαλάκης Σαλισβουρής, ένας πολίτης πολύ γνωστός για την αγαθότητα και τη φιλαλληλία του. Κάποια στιγμή ο Σαλισβουρής σταματά να παίζει και δηλώνει. “Εγώ σταματώ εδώ. Είμαι εγκρατής…” Επεμβαίνει τότε ο Κυριαζής: “Μα, Μιχαλάκη, είσαι εγκρατής, ή …’εν κρατείς;” 

beecham2

 

Η χαρακτηριστική φυσιογνωμία του Κυριαζή θύμιζε σε πολλούς τον διάσημο άγγλο διευθυντή ορχήστρας Sir Thomas Beecham, και γι’ αυτό φίλοι του δεν έχαναν ευκαιρία να τον πειράξουν (βλ. ένα ακόμη σχέδιο του Κυριαζή από τον Βίκτωρα Ιωαννίδη και ένα “πειρακτικό” απόκομμα φωτογραφίας του Sir Thomas Beecham από ξένη εφημερίδα.

Μερικές φορές, βέβαια, το σπινθηροβόλο πνεύμα του Νεοκλή Γ. Κυριαζή εύρισκε άξιο αντίπαλο.Όπως μια φορά όταν με δίστιχο αστείεψε τον επίσης πνευματώδη Νίκο Αντωνιάδη, φιλόλογο γνωστό και ως “Ανάποδο”:

 antoniades1Στο οποίο ο Αντωνιάδης με ετοιμότητα ανταπέδωσε:

kyriazis

[Στις τρεις ενορίες της Λάρνακας κατά τα τέλη  του 19ου αιώνα κυκλοφορούσαν γραφικοί “τύποι” και συνέβαιναν αστεία περιστατικά τα οποία, σήμερα, με τις λίγες πληροφορίες που διασώθηκαν, δεν είναι πάντοτε εύκολο να γνωρίζουμε στις λεπτομέρειές τους. Ιδιαίτερα σε εποχές αντιπαραθέσεων, π.χ. δημαρχιακών εκλογών, οι διαφορές εκφράζονταν με θορυβώδεις εκδηλώσεις, όπως αυτές που ―ίσως― περιγράφονται στο ακόλουθο σατιρικό στιχούργημα, δημοσιευμένο στην εφημερίδα Ένωσις, τον Απρίλιο 1886. Ο συντάκτης του, Θεόδωρος Πιερίδης, δεν είναι γνωστός από άλλες “ποιητικές” δραστηριότητές του. // Γλωσσάριο: πέλα σέλα [‘π’ όλα σέ ‘λα] = από όλα σε όλα, από άκρο σε άκρο· τζιτζέκια[τσιτσέκια] = λουλούδια]   

  

               Συντάκτα της “Ενώσεως” παρακαλώ να ζήσεις

               τα κάτωθι στο φύλλον σου να τα καταχωρίσεις.

 

               Εκ των τριών ενοριών της Λάρνακος η μία

               παρουσιάζει προ πολλού άλλον πελλο-Ηλία·

               πελλάραν μεταδοτικήν λέγουσιν ότι έχει,

               πας πλησιάζων εις αυτόν κίνδυνον μέγαν τρέχει.

 

               Επαληθεύσασιν αυτά χθες κατά δυστυχίαν,

               και κρούσματα συνέβησαν μέσα στην ενορίαν.

               Τινές απατηθήκασι και τον επλησιάσαν

               και ως εκ θαύματος ευθύς ωσάν να ελυσσιάσαν.

 

               Τον άρπαξαν και έτρεχαν μέσα στην ενορίαν,

               Ζήτωωω! Κάτωωω! και φώναζαν χωρίς καμμιάν αιτίαν.

               Στιγμήν δεν εσιώπησαν, στιγμήν δεν ησυχάσαν,

               κοκκίνησαν τα μάτια των και όλοι εβραχνιάσαν.

 

               Αίφνης όστις τους έβλεπεν εις τούτο το σημείον,

               ενόμιζε πως βρίσκεται μες στο φρενοκομείον.

               Τώρα οι άνθρωποι αυτοί για να θεραπευθώσι,

               πρέπει σπουδαίως οι γιατροί όλοι να συσκεφθώσι.

               Συστήνω τέλος στους λοιπούς σ’ αυτήν την ενορίαν

               να μην έχουν εις το εξής μ’ αυτόν συγκοινωνίαν.

 

               Κι εις άλλον που επρότεινε στο κόμμα που ανήκει,

               εάν κανείς από αυτούς καμμίαν έχει δίκην

               με τους εχθρούς του, δέχεται να την υπερασπίσει

               και πληρωμήν από αυτούς ποσώς να μη ζητήσει.

 

               Μήπως και παρατήρησιν κάμει γι’ αυτά που είπα,

               διότι μέσα στο νερόν θα κάμει μίαν τρύπα

               κι’ είτα, μπορεί να θυμωθώ να βάλω πέλα σέλα

               τζιτζέκια εις τα άλογα σαν τον πελλο-Παντέλα.

 

               Αφού συντάκτα έπαθες και πίστιν πια δεν δίδεις,

               βάλε και την υπογραφήν, Θεόδωρος Πιερίδης.

peirasmosΗ “σατυρική γελοιογραφική εφημερίς” της Λεμεσού Πειρασμός (1921-1922, 1924-1925) ―με διευθυντή τον Γιώργο Ν. Ζήνωνος, αρχισυντάκτη τον Εύσκιο Πεύκη (ψευδώνυμο του Ευέλθοντα Γ. Πιτσιλλίδη), και γελοιογράφους τον Γιώργο Α. Φασουλιώτη και τον Βίκτωρα Ν. Ιωαννίδη― κατά την πρώτη περίοδο της έκδοσής της τυπωνόταν στο Τυπογραφείο Χειμωνίδη στη Λάρνακα. Αντικείμενο της σάτιράς της (σκιτσογραφικής και στιχουργικής) συχνά ήταν και προσωπικότητες της Λάρνακας. Κάποια δείγματα παρουσιάζονται εδώ. 

 

zannetos19222Ο δήμαρχος Λάρνακας  Φίλιος Ζαννέτος (Σχέδιο Γ.Α. Φασουλιώτη)


peir1peir2Δημητρός Ν. Δημητρίου, ο «Μάτσας» (σχέδιο Β.Ν. Ιωαννίδη)


anapodos1922Νίκος Θ. Αντωνιάδης, ο «Ανάποδος» (σχέδιο Γ.Α. Φασουλιώτη)

pourinosomiliaΣτη Λάρνακα των χρόνων αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαρακτηριστικός “τύπος” της πόλης ήταν ο Χριστάκης Κτωρίδης Πουρίνος, ο οποίος διασκέδαζε την μικρή αστική κοινωνία της με τις εύθυμες ιστορίες του που σάρκαζαν τον ίδιο ή σατίριζαν, πάντοτε με καλοπροαίρετη διάθεση, γνωστούς συμπολίτες του.

Ο Πουρίνος είχε γεννηθεί στη Λάρνακα το 1901 και πέθανε κατά τη δεκαετία του 1970 έχοντας εκδώσει δύο βιβλία με ιστορίες του (Τα Απομνημονεύματα Χριστάκη Σωτηρίου Κτωρίδη Πουρίνου: Κουβέντες της ζωής [1966], και  Ευτράπελα και διαφημίσεις, τόμος δεύτερος [1970]. Με σαφή διάθεση να σατιρίσει τους μεγάλους Έλληνες ιστορικούς της αρχαιότητας (και κυρίως τον Θουκυδίδη) αρχίζει τον πρόλογο του πρώτου βιβλίου του:

Πουρίνος Χριστάκης Σωτηρίου Κτωρίδης ο Λαρνακεύς συνέγραψε τα απομνημονεύματα αυτού αρξάμενος της αφηγήσεως από των συμβάντων της παιδικής του ηλικίας με την ελπίδα ότι ταύτα θα είναι μέγιστα και αξιολογιότατα όλων των προ αυτού συγγραφέντων τοιούτων…

Ακολουθούν δύο σύντομες ιστορίες του.

Ι

Οικόσημον

1932. Ένας χρόνος ανομβρίας, ένας χρόνος κυριολεκτικώς γεωργικής καταστροφής και απογνώσεως εις όλην την Κύπρον. Τα ζώα διέτρεχον τον έσχατον κίνδυνον να χαθούν από το πρόσωπον της νήσου δι’ έλλειψιν τροφής.

     Εις τη κρίσιμον αυτήν στιγμήν, μίαν καλήν πρωΐαν, ο πατέρας εναύλωσε δύο καΐκια τουρκικής κοινότητος και επήρεν τον δρόμον προς την νότιον Τουρκίαν και έφθασεν εις Μερσίναν και έφερεν τα πρώτα φορτία κριθής, πιτέρων και άλλων ζωοτροφών. Εκτός αυτών έφερεν και αυγά, καρύδια ―τα οποία δυστυχώς ήσαν κατά το πλείστον κουφά. Όταν δε ο πλανόδιος μικροπωλητής τα διαλαλούσε, εφώναζεν: “Καρύδια, καρύδια ωραία· δεν είναι του κ. Πουρίνου”. 

     Κατόπιν βεβαίως και άλλοι έμποροι της Λάρνακος, ως ο κ. Χρίστος Οικονομίδης ―πατήρ του Κύπρου Οικονομίδη, ο Ανδρόνικος και άλλοι. Τον δρόμον όμως τον άνοιξεν ο πατέρας μου.

     Προς τιμήν του εδόθη δεξίωσις εις το Ankara Palace Μερσίνης. Παρευρέθησαν ο Διευθυντής της Γεωργίας, ο Κυβερνήτης της περιοχής, ο Πρόξενος της Αγγλίας, πολλοί έμποροι σιτηρών και άλλοι επίσημοι.

     pourinosoikosimo1Ωμίλησεν ο Διευθυντής της Γεωργίας όστις μεταξύ άλλων εξήρεν το δαιμόνιον πνεύμα του πατέρα μου, όστις έγινεν αιτία να αναπτυχθούν αι εμπορικαί σχέσεις Κύπρου-Τουρκίας εις μεγάλον βαθμόν. Μάλιστα δε, ως με επληροφόρησεν ο πατήρ μου, εις μίαν οδόν της Μερσίνης εδόθη το όνομα SOTIRI POURINO OGLU SOKACI. Και εις ανάμνησιν των γεγονότων εδόθη και το κάτωθι οικόσημον: Σωτήριος Σωτήρ Esek Tavuk ve Poullicik, το οποίον σημαίνει: Σωτήριος (το όνομα του πατρός μου) είναι ο Σωτήρ των γαϊδάρων, ορνίθων και πουλιών.

 

II

Οι μισθοί

Όταν ηνδρώθην και απεφοίτησα εκ της Αμερικανικής Ακαδημίας Λάρνακος επεδόθην εις το εμπόριον και εξήσκησα επί σειράν ετών μετά θαυμαστού ζήλου και τιμιότητος το επάγγελμα του πιτερεμπόρου, εκπληρωθείσης ούτω προφητείας παλαιού και αλησμονήτου μου διδασκάλου: “Βρε εσύ, πίτερα θα πουλάς”.

pourinosoperatedΉλθεν όμως στιγμή κατά την οποίαν η επιχείρησίς μου επήγεν κατά διαβόλου και για να κερδίζω τον επιούσιόν μου ηναγκάσθην να προσληφθώ υπάλληλος σε εμπορικήν επιχείρησιν. Καλός μου φίλος, ενδιαφερόμενος δι’ εμέ, με ηρώτησε πόσα χρήματα παίρνω. Εγώ απήντησα αμέσως.

― “Οκτώ λίρας ως λογιστής, οκτώ ως πλασιέ, οκτώ ως δακτυλογράφος και οκτώ δι’ άλλας μικροασχολίας”.

― “Ωραία”, είπεν εκείνος χαμογελώντας, “δηλαδή, το όλον τριανταδύο λίρας”.

― “Ναί!… αλλά…”, άρχισα να λέγω.

― “Τι αλλά…”, με διέκοψε εκείνος.

― “Δηλαδή, ήθελα να πω ότι οι μισθοί… συντρέχουν!!”

― “Βρε αγράμματε, οι ποινές συντρέχουν και όχι οι μισθοί”, μου είπε γελώντας.

― “Ε, και οι μισθοί δεν γίνεται να συντρέχουν;”

Στα παλαιότερα χρόνια οι πολιτικές διαφορές εκφράζονταν ακόμη εντονότερα σε περιόδους εκλογικών αναμετρήσεων (ενοριακών επιτροπών, δημοτικών εκλογών, εκκλησιαστικών, κ.ά.) Με συγκεντρώσεις σε σωματεία, δημοσιεύματα τοπικών εφημερίδων και διάφορα φυλλάδια, οι αντεγκλήσεις εύρισκαν διέξοδο και μερικές φορές είχαν ιδιαίτερη οξύτητα.

     Σε άλλο επίπεδο οι διαφορές εκδηλώνονταν μέσα από σατιρικά κείμενα, που δημοσιεύονταν σε φιλικές εφημερίδες, ή με στιχουργήματα που κυκλοφορούσαν σε φυλλάδια και τα τραγουδούσαν επάνω σε γνωστές μελωδίες της εποχής.

     Δείγματα τέτοιων σατιρικών δημοσιευμάτων παρουσιάζονται πιο κάτω.

Ι

[Επιστολή δημοσιευμένη τον Ιούλιο 1911 στη σκαλιώτικη Εφημερίδα του Λαού που εξέδιδε ο δικηγόρος Ευάγγελος Π. Χατζηιωάννου (Δήμαρχος Λάρνακας 1914-1917) με σαφή πολεμική διάθεση κατά του αιωνίου αντιπάλου του, γιατρού Φίλιου Ζαννέτου (Δημάρχου Λάρνακας 1917-1922). Ο Ζαννέτος δημοσιογραφούσε στην τοπική εφημερίδα Νέον Έθνος με ψευδώνυμο “Σταρ”. Ο καταγόμενος από το χωριό Ορά της επαρχίας Λάρνακας Μάμας Γρηγορίου, γνωστός βαφέας της πόλης (σε μια εποχή που το βάψιμο ρούχων, π.χ. βράκες, ήταν ακόμη προσοδοφόρο) ήταν διασκεδαστικός τύπος της πόλης και παθιασμένος οπαδός του Χατζηιωάννου. Το “λόγιο” κείμενο της επιστολής είναι προφανές ότι γράφτηκε από τον Χατζηιωάννου. Εκτός από αναφορές σε διάφορα διεθνή πολιτικά γεγονότα της εποχής, το τοπικού ενδιαφέροντος θέμα για το οποίο επικρίνεται ο Φ. Ζαννέτος είναι η πρότασή του ―που υιοθετήθηκε― να μετατραπεί το Ημιγυμνάσιο Λάρνακας σε εμπορική σχολή (Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας)]    

AΠO TEΣ AΛHΘEIEΣ THΣ ZΩHΣ.

Mάμας ο Bαφεύς

εις τον Σταρ του «N. Έθνους»

χαίρειν.

Eίμαι βαφεύς και αγαθός μάλιστα αρκούμενος μόνον εις το να κάμνω το άσπρο μαύρο· σεις αν και ιατρός κατωρθώσατε να κάμνετε και το μαύρο άσπρο. Aυτό τουλάχιστον εκατάλαβα από το δημοσίευμά σας, εις το οποίον γράφετε, ότι εγώ απωλοφυρόμην, ότι δεν θα διδάσκονται του λοιπού τα λατινικά. Tην πληροφορίαν σας βέβαια την επήρατε από κάποιον, (αυτός κατά το πρώτον του συνθετικόν είναι μαύρος, αλλ’ ομνύω, ότι δεν ευθύνονται δι’ αυτό οι μπογιές μου) μέλος της επιτροπής, με την οποίαν φιλικώτατα όπως πάντοτε συνωμιλήσαμεν και δια το εκπαιδευτικόν ζήτημα, όπως και δια το ζήτημα του Mαρόκου, την συνθήκην της Kαζαμπλανκας, την έκθεσιν του ναυάρχου Tώφνελ δια το δυστύχημα του Aβέρωφ, και δια τόσα άλλα ζητήματα απασχολούντα σοφούς, και ασόφους, γραμματισμένους, αγγραμμάτους, λατινομαθείς και μη. Mου είχεν είπη δια κάποιον Λατίνον ιερέα, ο οποίος εις τα Iεροσόλυμα ακολουθών πιστώς το «αγαπάτε αλλήλους» ηράσθη περιπαθώς ελληνίδος και θύσας εις τον βωμόν του Έρωτος γένειά τε και ράσα, ενυμφεύθη την ωραίαν του. Mου είπε, ότι το πρόσωπον αυτό, λόγω της μεγάλης μορφώσεώς του, της Eλληνομαθείας και προπάντων του φιλελληνισμού του θα ήτο κατάλληλον δια την νέαν εμπορικήν σχολήν: Eίπα και εγώ τότε, ότι θα ήτο κατάλληλος ευκαιρία να διδάσκη και τα λατινικά· αυτό ήτο όλον· συνομιλία απλή, φιλική, περιωρισμένη μεταξύ των δύο μας, άνευ δημοσίας τινός μορφής και χωρίς βέβαια θρήνους και ολοφυρμούς δια την λατινικήν διότι την γλώσσαν αυτήν την αγνοώ. Eις τας συνταγάς μου που δίδω προς διάλυσιν του λουλακιού μου δεν την μεταχειρίζομαι, όπως κάμνετε σεις οι ιατροί, περιορίζομαι εις το επάγγελμά μου διότι ακολουθώ ένα λατινικόν ρητόν που ξεύρω, το «se suoque cognoscere». Όσον δε δια τον περιφρονητικόν τρόπον με τον οποίον εγράψετε δι’ εμέ, σας ενθυμίζω τον μύθον του λέοντος και του ποντικού και διατελώ με την γλυκείαν ελπίδα, ότι μίαν ημέραν θα σας δείξω την δύναμιν της μπογιάς μου.

                                                            Mάμας Γρηγορίου Bαφεύς.

                                                                                    Eξ Oράς

                                                Kαι λατινιστί: Mamas Grigorii tinctor Oratiensis

Y.Γ. Eλησμόνησα· με ωνομάσατε και αγράμματον· οφείλω να σας πληροφορήσω, ότι είχα τελειώσει και εγώ κάποτε μίαν αστικήν σχολήν, εις την οποίαν τώρα σεις θέλετε να περιορίσετε την όλην ελληνικήν εκπαίδευσιν μιας τρανής πόλεως, όπως η Σκάλα. Nα υποθέσω, άραγε, ότι θέλετε να ευρύνετε τον κύκλον των αγραμμάτων, δια να λάμπετε σεις όλοι οι επιστήμονες και γραμματισμένοι, ως φωτεινά αστέρια εν μέσω ημών των αγαθών, των αγραμμάτων που δεν ξεύρομεν ούτε καν την linguam latinam;

                                                                        O ίδιος και λατινιστί Idem. 

ΙΙ

[Δύο εκλογικά τραγούδια που κυκλοφόρησαν τον Μάρτιο 1943, υπέρ της υποψηφιότητας Δημητρού Ν. Δημητρίου, γνωστού και ως “Μάτσα” λόγω του εμβλήματος του κόμματός του (“μάτσα” = σφυρί)].

dimarchiaka1

dimarchiaka2

 

Μαΐου 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031