Ο λαϊκός ποιητής Γιακουμής Ατσίκκος (1911-1995), από τη Λύση, μετά την τούρκικη Εισβολή του 1974 έζησε σε προσφυγικό συνοικισμό της Λάρνακας έως το θάνατό του. Εδώ δημιούργησε και το εκδομένο έργο του (τρεις ποιητικές συλλογές).

Το χειρόγραφο του ποίηματός του που παρουσιάζεται πιο κάτω είναι της 16ης Απριλίου 1985.

Έντεκα γρόνους ώς τωρά στην προσφυγιάν που ζιούμεν

νυχτοξημερωννούμαστιν τζι’ άγρυπνοι καρτερούμεν

να ξαναπάμεν έσσω μας, τζει κάτω να ταφούμεν.

Βρίσκουσιν τρόπους, κάθονται εις τες συνομιλίες,

μα λύσην ’εν ι-βρίσκουσιν, πιντώννουν τες αιτίες.

Οι ξένοι πάντα μάχουνται για το δικόν τους κκιάρι

τζιαι μας ’δα κάτω να τα βρουν ―πετσίν, τζι’ άλλοι τομάρι.

Όπου αγάπη τζι’ ο Θεός, οι πρωτινοί λαλούσι,

έτσι έχουν μιαν δύναμιν τζιαι τ’ άδικον νικούσι,

τούτ’ εν’ η στράτα η καλή, τζι’ ούλλοι μας να τη[ν] δούμεν,

ατ τ’ ’εν να λείψ’ η προσφυγιά τζιαι να ξαναστραφούμεν

στα σπίθκια μας που καρτερούν, τζι’ ειρήνικά να ζιούμεν.

Γιακουμής Ατσίκκος 1985, 16/4

[Εικοσιπέντε χρόνια από τότε που η λαϊκή ψυχή του Γιακουμή Ατσίκκου εξέφραζε επιγραμματικά την κυπριακή πραγματικότητα εκείνης της εποχής, πόσα έχουν αλλάξει;]