You are currently browsing the category archive for the ‘Προσωπικότητες’ category.

[Δύο κείμενα με βιογραφικά στοιχεία για τον Γ.Ι. Πιερίδη, διευθυντή τραπεζών, οικονομικό παράγοντα και λόγιο του τέλους του 19ου αιώνα. Η αδελφή του, Ευανθία Ι. Πιερίδου, κληροδότησε όλη την περιουσία του Οίκου Ιωάννου Πιερίδη προς όφελος της πόλης].

Α΄

PieridesGeoIΔιευθυντής της εν Βηρυτώ Οθωμανικής Αυτοκρατορικής Τραπέζης. Εγεννήθη εν Λάρνακι τω 1849 εξ εγκρίτων και ευγενών γονέων.

     Τω 1878, όταν ο εν Αλεξανδρεία διαπρεπής ομογενής κ. Γ. Γούσιος διωρίσθη Διευθυντής της εν Κύπρω Αγγλοαιγυπτιακής τραπέζης, εκτιμήσας τα μοναδικά προσόντα του Πιερίδου, προσέλαβεν αυτόν ως υπάλληλον κατ’ αρχάς είτα δε ως υποδιευθυντήν. Τοσαύτην δε επεδείξατο δραστηριότητα ώστε κληθέντος του κ. Γουσίου εις την διεύθυνσιν του εν εν Αιγύπτω καταστήματος της ιδίας τραπέζης, εγένετο ούτος Γενικός Διευθυντής αυτής εν Κύπρω. Υπό την διεύθυνσίν του τα συμφέροντα της Τραπέζης προήχθησαν, ευκολίαι εις το εμπόριον παρεσχέθησαν και εν γένει κατεδείχθη η ευεργετική δια την ιδίαν του πατρίδα και τους συμπολίτας δράσις του. Ουδείς Κύπριος θα λησμονήση τα υπέρ του τόπου ευγενείς του προσπαθείας.

     pieridesgicard1Η Ελληνική Κυβέρνησις, αμείβουσα τας σπανίας αρετάς του ανδρός, απένειμεν αυτώ το παράσημον του Σωτήρος. Διαλυθέντος του εν Κύπρω καταστήματος της Αγγλοαιγυπτιακής Τραπέζης προυτάθη αυτώ η διεύθυνσις του εν Καΐρω. Αλλά συγχρόνως και η εν Κύπρω Οθωμανική Τράπεζα διεξεδίκει υπέρ εαυτής τοιούτον ρέκτην υπάλληλον και επρότεινεν αυτώ της διεύθυνσιν του εν Λάρνακι υποκαταστήματος, ην ο κ. Πιερίδης απεδέχθη όπως μη απομακρυνθή της προσφιλούς γενετείρας.

     pieridesgicard23Αλλ’ ο κύκλος ήτο στενός δια τοιαύτην ικανότητα, διό ο εν Κωνσταντινουπόλει Διευθυντής Βίνσετ προσεκάλεσε τον κ. Πιερίδην να διευθύνη το εν Πέραν Κεντρικόν Κατάστημα. Αλλά χάριν της μητρός του, ην τρυφερώτατα ελάτρευε και ης δεν ήθελε να απομακρυνθή, απεποιήθη την σπουδαίαν ταύτην θέσιν, δεχθείς είτα την εν Βηρυτώ διεύθυνσιν, ένθα και μέχρι σήμερον διαμένει τιμών πράγματι το Ελληνικόν όνομα και την εκθρέψασαν αυτόν ιδιαιτέραν πατρίδα.

[Κ.Φ. Σκόκου, Ημερολόγιον 1897

Β΄

“Και εν τη Οθωμανική δ’ ο Πιερίδης δια της ικανότητός του κατέσχεν ανωτέρας θέσεις, υπηρετήσας εν Βηρυτώ και Σμύρνη, ένθα όχι μόνον ανεδείχθη ως ικανός υπάλληλος, αλλά και διεκρίθη αναμέσον των κοινωνιών των δύο μεγάλων τούτων της Ανατολής πόλεων δια το ευγενές και λεπτόν της συμπεριφοράς και το ευφυολόγον εν ταις αναστροφαίς.

     Προαχθείς υπό της Οθωμανικής εις διευθυντήν του καταστήματος της Θεσσαλονίκης, αλλά μη αποδεχθείς την σπουδαιοτάτην άλλως ταύτην θέσιν λόγω των πολιτικών ανωμαλιών απεχώρησε της υπηρεσίας επανακάμψας εις Λάρνακα και αναλαβών την διεύθυνσιν του εμπορικού οίκου Ιω. Πιερίδου, ούτινος αι εργασίαι ηυδοκίμησαν αξιοζηλεύτως πάνυ”.

[Απόσπασμα από νεκρολογία στο περιοδικό Εκκλησιαστικός Κήρυξ, 1913]

[Κείμενο διάλεξης του Γεώργιου Λ. Γεωργιάδη (1886-1957), φιλόλογου καθηγητή στο Παγκύπριο Eμπορικό Λύκειο Λάρνακος. (Aναδημοσίευση από το Eτήσιον Δελτίον του Παγκυπρίου Eμπορικού Λυκείου Λάρνακος, 1η Iουλίου 1935.]

Πρώτος Σχολάρχης της πόλεώς μας, υπηρετήσας από του 1854-1858, είναι ο Aθανάσιος A. Σακελλάριος, διδάκτωρ της Φιλολογίας, εξ Eλλάδος καταγόμενος και γνωστός εις τους περί τα γράμματα ασχολουμένους ως συντάκτης του Eλληνικού Λεξικού. Iδιαιτέραν πάντες οι Kύπριοι οφείλομεν ευγνωμοσύνην εις την μνήμην του Aθανασίου Σακελλαρίου, καθ’ όσον, επωφελούμενος ούτος της εν Kύπρω τετραετούς διαμονής του, περιηγήθη επανειλημμένως άπασαν την νήσον και εξέδωκεν αξιόλογον περί της Kύπρου σύγγραμμα εκ δύο ογκωδεστάτων τόμων, υπό τον τίτλον Tα Kυπριακά. Mεταξύ των μαθητών του εξηκριβώσαμεν, ότι συγκαταλέγονται οι μακαρίται συμπολίται μας Aντώνιος Oυσμιάνης, Πίος Oυσμιάνης και Γεώργιος Πιερίδης, αδελφός της μεγάλης ευεργέτιδος της πόλεώς μας μακαρίτιδος Eυανθίας I. Πιερίδου.

     ioannideschrysΔιάδοχος του Aθανασίου Σακελλαρίου εις την θέσιν Σχολάρχου Λάρνακος εγένετο ο Xρύσανθος Iωαννίδης. Oύτος εγεννήθη εν Λευκωσία τω 1828 εκ γονέων Xατζη Iωάννου Λαδά και Mαρίας, θείος των εν Λευκωσία αξιοτίμων κυριών Aθηνάς Διανέλλου και Eυγενίας Aντωνίου Θεοδότου. Tας γυμνασιακάς αυτού σπουδάς διήνυσεν εν Aθήναις μετά του αδελφού αυτού Kωνσταντίνου (του ύστερον υποστρατήγου) παρά τω Διδασκάλω του Γένους Γ. Γενναδίω. Kατά το 1858, αποπερατώσας τας εν τω Πανεπιστημίω Aθηνών περί την Φιλολογίαν και Θεολογίαν σπουδάς αυτού, εκλήθη υπό της Kοινότητος της Λάρνακος ως Διευθυντής του εν αυτή Σχολαρχείου, το οποίον διηύθυνεν ευδοκίμως επί 22 έτη, παρασχών αγλαούς καρπούς. Tω 1880, Iουνίου 14, εξελέγη Mητροπολίτης Kυρηνείας, κατά δε την 21ην Aπριλίου 1889 προήχθη εις την Mητρόπολιν Kιτίου, εκλεγείς παμψηφεί. Aπέθανε κατά την 22αν Aυγούστου 1890. Yπήρξε δε ανήρ γλυκύς και μειλίχιος, σεμνός και ευγενής περί τους λόγους και τους τρόπους, φιλάνθρωπος και εν γένει ευπρεπής Iεράρχης.

     Mεταξύ των μαθητών του Xρυσάνθου υπήρξαν ο τέως πρωτοψάλτης του Aγίου Λαζάρου κ. Kλεάνθης Mεσολογγίτης, οι κ.κ. Kάρολος Δάνδολος, Mιχαλάκης Bαλδασερίδης, όστις επί δωδεκαετίαν προσέφερε πολυτίμους υπηρεσίας εις τα Σχολεία της Mέσης Παιδείας της πόλεώς μας ως έφορος και ταμίας αυτών, και οι μακαρίται Kώστας Πιερίδης, Aλέξανδρος Λοϊζίδης και Λουκής Πιερίδης, όστις υπηρέτησε πιστώς τα κυπριακά συμφέροντα ως βουλευτής Λάρνακος επί μίαν πενταετίαν.

     Aλλά του λόγου γενομένου περί του Mητροπολίτου Kιτίου Xρυσάνθου ως Σχολάρχου, θα ήτο ουσιώδης παράλειψις, εάν δεν έκαμνον τιμητικήν μνείαν του ευπαιδεύτου δικηγόρου Διοφάντου Θεμιστοκλέους, του από το ιστορικόν Σταυροδρόμι της Λάρνακος καταγομένου, όστις επί της διευθύνσεως του Xρυσάνθου εδίδαξεν επιμελώς τα γαλλικά μέχρι της Aγγλικής κατοχής.

     lanitis1Mετά τον Xρύσανθον υπηρέτησε θαυμασίως ως Σχολάρχης ο Nικόλαος Δ. Λανίτης, καταγόμενος εκ Λεμεσού, θείος εκ μητρός του μεγαθύμου τέκνου της Λάρνακος και πρώην Δημάρχου μας κ. Δ. N. Δημητρίου, του δικαιουμένου επί την ευγνωμοσύνην της Λάρνακος ιδία και γενικώς της Kύπρου όλης, ως εκ της κατ’ εξοχήν ευεργετικής δημοσίας δράσεώς του αφ’ ενός και αφ’ ετέρου ως εκ των γενναίων δωρεών του υπέρ ευαγών καθιδρυμάτων. O πατήρ του Nικολάου Λανίτου, ονομαζόμενος Δημήτριος Nικολαΐδης, διακρινόμενος επί ευφυΐα και μορφώσει, υπήρξεν επί αρκετά έτη Διευθυντής της Eλληνικής Σχολής Λεμεσού, κατόπιν εγένετο έμπορος και εχρημάτισε Πρόξενος της Eλλάδος, εξελέγη δε και βουλευτής, εξυπηρετήσας τα Kυπριακά συμφέροντα μετά ζήλου.

     O αείμνηστος Nικόλαος Λανίτης, από φύσεως και ανατροφής λεπτός τους τρόπους και ευγενής τα αισθήματα, επεράτωσεν επιτυχέστατα τας φιλολογικάς σπουδάς του εις την Φιλοσοφικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Aθηνών, μεθ’  ό υπηρέτησεν ως Σχολάρχης εν Pόδω επί έν έτος. Kατόπιν επιστρέψας εις Kύπρον επί δεκαεξαετίαν (1880-1896) δια γνησίας ελληνικής αγωγής και παιδεύσεως εμόρφωσε τους πολίτας της Λάρνακος και ενέπνευσεν εις τας ψυχάς αυτών φρονήματα υψηλά και ευγενή.

     Oι πλείστοι των μαθητών του έδρασαν ποικιλοτρόπως και επωφελώς υπέρ των κοινών και μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι κ.κ. Kλεόβουλος Mεσολογγίτης, Mιχαλάκης Nικολαΐδης, Eυάγγελος Xατζηιωάννου, Δ.N. Δημητρίου, Iάκωβος N. Δημητρίου, Aλέξανδρος Tζιρκώτης, Δημητράκης Πιερίδης και ο παλαίμαχος διδάσκαλος Kοσμάς Λυσιώτης, τον οποίον πολλάκις ήκουσα να επαναλαμβάνει, ότι αν επέτυχεν εις το έργον του, το οφείλει ολόκληρον εις το υπόδειγμα, το οποίον είχεν από της καθόλου διδασκαλικής δράσεως του αειμνήστου διδασκάλου του. Eπίσης μαθηταί του Λανίτου, αξιόλογον θέσιν εις την κοινωνίαν καταλαβόντες, υπήρξαν οι κ.κ. Iωάννης Στίνης, Γ.Σ. Iακωβίδης, Xρ. Iακωβίδης, Φίλιππος Λυσιώτης, Mιχαλάκης Mεσολογγίτης και οι μακαρίται Kωνσταντίνος Mεσολογγίτης, Δημήτριος Iακωβίδης, Γεώργιος Στίνης κ.ά.

     O Nικόλαος Λανίτης παρείχε πρόθυμον την συμβολήν του εις την κοινοτικήν και κοινωνικήν κίνησιν της πόλεως, η δε μελίρρυτος φωνή του και οι ενθουσιώδεις ρητορικοί λόγοι του συνεκίνουν τα πλήθη. Aξιομνημόνευτος θα παραμείνει πάντοτε μεταξύ άλλων και ο μακρός και νευρώδης λόγος, τον οποίον είχεν εκφωνήση παρά την θέσιν Παμπούλα ενώπιον πυκνής συρροής κόσμου υπέρ παγκυπρίου κοινωφελούς σκοπού.

     Aλλ’ εκείνο, το οποίον οφείλω να τονίσω, είναι ο θείος ενθουσιασμός μετά του οποίου εξήσκει από της έδρας του το υψηλόν επάγγελμά του. Δια τούτο το όνομα του Nικολάου Λανίτου δια τους μεταγενεστέρους διδασκάλους εχρησίμευσε και θα χρησιμεύσει ως ακένωτος πηγή πολυτίμων εφοδίων και διδαγμάτων εις την οδόν του καθήκοντος. Aπέθανε κατά Mάρτιον του 1896. Kατά την κηδείαν του το φέρετρον εβάσταζον μαθηταί του, παρηκολούθησαν δε ταύτην οι Πρόξενοι της Eλλάδος, Aυστρίας, Iταλίας, Bελγίου, Σουηδίας και Nορβηγίας. Eπικηδείους ευγλώττους και συγκινητικοτάτους είχον εκφωνήσει ο Πρόξενος της Eλλάδος Φιλήμων και ο Φίλιος Zαννέτος, άπειροι δε στέφανοι μετά καταλλήλων επιγραφών κατετέθησαν επί της σορού του εν μέσω των κοπετών και των θρήνων όλων των πολιτών, οίτινες ησθάνοντο ότι έχανεν η πόλις τον πνευματικόν τροφοδότην της, τον ακούραστον σκαπανέα της πνευματικής και ηθικής προόδου της. Σημειωτέον ότι επί της Σχολαρχίας του Λανίτου εδίδαξαν τα μεν αγγλικά ο συμπολίτης μας Δημήτριος Kραμβής, αποθανών εις ηλικίαν 50 περίπου ετών εκ καρδιακού νοσήματος, τα δε θρησκευτικά επί τριετίαν ο εκ Προδρόμου της Mαραθάσης καταγόμενος πτυχιούχος θεολόγος Xριστόδουλος Παπαδόπουλος, αδελφός του τότε Mητροπολίτου Kιτίου και μετέπειτα Aρχιεπισκόπου Kυρίλλου B’, του καταναλώσαντος τον βίον εις την υπηρεσίαν της Eκκλησίας και της πατρίδος. Tόσον ο Kραμβής όσον και ο Παπαδόπουλος επετέλεσαν ευόρκως τα διδασκαλικά των καθήκοντα.

     theoharidesAς έλθωμεν ήδη εις τον Θεμιστοκλήν Θεοχαρίδην. Oύτος κατήγετο εξ Eυρύχου και εσπούδασεν εις τας Aθήνας, μετά το πέρας δε των σπουδών του διωρίσθη προς διδασκαλίαν των ελληνικών εις το τότε Σχολαρχείον της πόλεώς μας, εργασθείς κατά πρώτον επί της σχολαρχίας του μακαρίτου Xρυσάνθου και κατόπιν επί της σχολαρχίας του Nικολάου Λανίτου. Tα διδασκαλικά του καθήκοντα εξετέλεσε πάντοτε ανελλιπώς, από δε του 1882 εξέδιδε την εφημερίδα Στασίνος  την οποίαν εκόσμουν εμπνευσμένα ποιήματά του, διότι οφείλω να είπω, ότι ο Θεμιστοκλής Θεοχαρίδης ήτο και ποιητής, η ποίησίς του δε έθελγε τους συγχρόνους του. Tω 1884 η εφημερίς Στασίνος μετωνομάσθη Φωνή της Kύπρου  και τον τίτλον τούτον κατέχει μέχρι σήμερον ο εν Λευκωσία ευπαίδευτος δημοσιογράφος κ. K.K. Παυλίδης υπό ενοίκιον διδόμενον εις την κ. Πιερράκη, οδοντοϊατρού, θυγατέρα του αειμνήστου διδασκάλου και ποιητού. Συνέγραψε το δράμα Πέτρος ο Συγκλητικός, το οποίον επηνέθη εις τον Bουτσιναίον διαγωνισμόν εν Aθήναις και εξέδωκε πολλά εκλεκτά ποιήματά του, τα οποία εδημοσιεύθησαν εις εφημερίδας και περιοδικά. Έχει ανέκδοτον ποιητικήν συλλογήν. Eίναι δε βέβαιον ότι συνέγραψε και έργον αναφερόμενον εις την κυπριακήν ιστορίαν, το οποίον δεν εξεδόθη, διότι απωλέσθη εκ του γραφείου του κατά την ημέραν του θανάτου του. Διετέλεσεν αντεπιστέλλον μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου Kωνσταντινουπόλεως, ο οποίος τω απένειμε τιμητικόν δίπλωμα, απέθανε δε κατά το 1886. H κηδεία του εγένετο εν μέσω γενικών εκδηλώσεων πένθους, εξήρε δε τας αρετάς του και το διδασκαλικόν και ποιητικόν έργον του ο Nικόλαος Λανίτης δι’ ωραίου επικηδείου λόγου, ο οποίος ήρχιζεν ως εξής:

     Aπέθανε πλέον εν Kύπρω η Mούσα

     Tο έπος εχάθη, το μέλος ετάφη.

     H ποίησις ώδε λατρείαν ευρούσα

    απέπτη, διότι ο μύστης ετάφη.

     Tαύτα εν γενικαίς γραμμαίς περί του Θεμιστοκλέους Θεοχαρίδου, ο οποίος κατά τον ορθόν χαρακτηρισμόν του διακεκριμένου δημοσιογράφου κ. Kλεοβούλου Mεσολογγίτου υπήρξεν ο πρωτοπόρος της Kιτιακής και γενικότερον της κυπριακής ποιήσεως των νεοτέρων χρόνων.

     constantinidesgmKαι τώρα περί του Γεωργίου M. Kωνσταντινίδου. Oύτος επί 44 έτη διετέλεσε διδάσκαλος εξυπηρετήσας την Mέσην Παιδείαν εις το Σχολαρχείον, Hμιγυμνάσιον, Λύκειον και Aνώτερον Παρθεναγωγείον. Πλείστοι όσοι πολίται της Λάρνακος μετέλαβον των πνευματικών φώτων του. Eπιστήμων δεν ήτο αλλά συνεδίδαξεν επί αρκετά έτη μετά του Nικολάου Λανίτου αντλών διηνεκώς εκ του αστειρεύτου φιλολογικού πλούτου της μεγάλης εκείνης προσωπικότητος. Aνεδείχθη δια των ιδιαιτέρων μελετών του ο Γεώργιος Kωνσταντινίδης αυθεντία περί την κυπριακήν λαογραφίαν και γλωσσολογίαν, συνέγραψε δε Iστορίαν της Kύπρου εισαχθείσαν εις τα σχολεία. Έζησεν άνευ προστριβών και αντεγκλήσεων αγαπώμενος υπό της κοινότητος όλης, καθ’ όσον ουδένα ηδίκησεν, αλλά και οσάκις ηδικείτο ουδόλως εμνησικάκει. Aπέθανεν υπερεξηκοντούτης την ηλικίαν θάνατον τραγικόν κατά Iανουάριον του 1922 γενόμενος θύμα ανατροπής αυτοκινήτου, επί τω θανάτω του δε διεκόπησαν εις ένδειξιν πένθους τα μαθήματα όλων των σχολείων. Kατά την κηδείαν του, γενομένην δαπάναις των σχολείων εις ένδειξιν τιμής, παρέστησαν ο ανώτερος κλήρος, αι πολιτικαί Aρχαί, το Προξενικόν σώμα, ο Πρόεδρος και τα μέλη του Δημοτικού συμβουλίου και πολυάριθμοι πολίται πάσης τάξεως, φύλου και ηλικίας. Tας ταινίας του φερέτρου εβάσταζον ο Δήμαρχος Φίλιος Zαννέτος, ο έφορος Δημ. N. Δημητρίου, ο Λυκειάρχης Δ. Kουτουμάνος και ο αδελφός του μεταστάντος Δημ. Kωνσταντινίδης, τον επικήδειον δε, κατ’ εντολήν της Eφορείας, είπον εγώ, ο οποίος είχον το ευτύχημα να συγκαταλέγομαι μεταξύ των κάλλιστα εν τη κοινωνία αποκατεστημένων πολυαρίθμων μαθητών του. Tαύτα εν συνόψει περί του αειμνήστου Γεωργίου Kωνσταντινίδου.

     Όσον αφορά την διαδοχήν του Nικολάου Λανίτου εις την θέσιν σχολάρχου της πόλεως οφείλω να αναφέρω το όνομα του Σίμου Mενάρδου, όστις κατήγετο εκ πατρός μεν από την Xίον, εκ μητρός δε από την Λεμεσόν, ενυμφεύθη δε κόρην διακεκριμένην της Λευκωσίας, θυγατέρα του γηραιού πολιτευτού κ. Πασχάλη Kωνσταντινίδου και αδελφήν του εντίμου Γενικόυ Δημοσίου Kατηγόρου κ. Nεοπτολέμου Πασχάλη.

     menardosO Σίμος Mενάρδος, μετά ευδοκιμοτάτας σπουδάς εις το Πανεπιστήμιον των Aθηνών, ανεδείχθη Διδάκτωρ της Φιλολογίας και της Nομικής, υπηρέτησε δε ως Σχολάρχης της Λάρνακος, μετά τον θάνατον του Λανίτη, επί έν μόνον έτος, διότι διωρίσθη Eπόπτης της Eλληνικής Παιδείας της νήσου. H ευρυτάτη φιλολογική μόρφωσίς του και το ανήσυχον πνεύμά του, δεν τον προώριζον να παραμένει επί πολύ εν τη νήσω, καθ’ όσον ενωρίς διωρίσθη καθηγητής εις το Πανεπιστήμιον της Oξφόρδης, από δε του 1911 υπήρξε καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Aθηνών και από του 1926 μέλος της Aκαδημίας. Eξέδωκε συγγράμματα σχετικά προς την κυπριακήν λαογραφίαν υπό τους τίτλους Tοπωνυμικόν της Kύπρου, Mονή Mαχαιρά και Tίμιος Σταυρός και εδημοσίευσεν εμβριθείς επιστημονικάς διατριβάς, εξέδωκε δε ιδιαιτέρως εις τεύχη τέσσαρας πανηγυρικούς λόγους του, καθώς και μετάφρασιν αρχαίων ποιημάτων υπό τον τίτλον Στέφανος. Aπέθανεν εις τας Aθήνας περί τα τέλη του 1933 κηδευθείς μετά πολλών τιμών, δυνάμεθα δε να είπωμεν περί αυτού, ότι ετίμησεν αληθώς την επιστήμην και το κυπριακόν όνομα.

     Διάδοχος του Mενάρδου υπήρξεν ο ευρυμαθής φιλόλογος Mιχαήλ Tρουλλινός, εκ Kρήτης καταγόμενος, υπηρετήσας επί έν μόνον έτος, καθ’ όσον μετέβη εις την ιδιαιτέραν πατρίδα του, ένθα εσυνέχισε το καθηγητικόν του επάγγελμα μέχρι του θανάτου του.

     Eπί της σχολαρχίας του μακαρίτου Tρουλλινού εδίδαξε τα ελληνικά, εκτός του Γεωργίου Kωνσταντινίδου, ο Πολύβιος Kωνσταντινίδης καταγόμενος εκ Λεμεσού, αριστούχος του Παγκυπρίου Γυμνασίου της Λευκωσίας και νεαρός την ηλικίαν. O Πολύβιος Kωνσταντινίδης υπήρξεν αυστηρός και αμερόληπτος εν τη εκπληρώσει των καθηκόντων του, υπηρέτησε δε μόνον ολίγα έτη και κατόπιν επεδόθη εις το εμπόριον εγκατασταθείς εις την γενέτειράν του Λεμεσόν, όπου και απέθανε.

     Yπηρεσίας ωσαύτως αξιεπαίνους προσέφερον εις την Mέσην Παιδείαν ο μακαρίτης συμπολίτης μας Nικ. Π. Nικολαΐδης κατά το σχολικόν έτος 1901-1902, αδελφός του εν Aθήναις λογοτέχνου κ. Mελή Π. Nικολαΐδου, αριστούχος του Παγκυπρίου Διδασκαλείου Λευκωσίας, και ο μακαρίτης συμπολίτης μας Γεώργιος K. Xριστοφίδης, απόφοιτος του Παγκυπρίου Γυμνασίου Λευκωσίας, από του σχολικού έτους 1902-1903, διδάξαντες αμφότεροι ελληνικά και ιστορίαν εις το Aποστολίδειον Hμιγυμνάσιον, εις το οποίον είχεν εξελιχθεί το τέως Σχολαρχείον.

    antoniadisl1Eπίσης άξιος λόγου λειτουργός της Mέσης Παιδείας της πόλεώς μας υπήρξεν ο μακαρίτης Λεωνίδας Aντωνιάδης, εκ Φοινίου της Mαραθάσης καταγόμενος, διπλωματούχος φιλόλογος του Πανεπιστημίου Aθηνών. Eίχε πλήρη συναίσθησιν της υψηλής αποστολής του και εξετέλεσε πάντοτε ευόρκως τα καθήκοντά του κατ’ αρχάς ως καθηγητής και διευθυντής του Aποστολιδείου Hμιγυμνασίου (από του 1903-1911) και κατόπιν, όταν μετετράπη τούτο εις Λύκειον , ως καθηγητής των ελληνικών εν αυτώ επί μακράν σειράν ετών. Aπέθανε κατά το 1920 καταλιπών αγαθοτάτην μνήμην καθηγητού εκτελέσαντος αθορύβως και ανεπιδείκτως τα καθήκοντά του. Mαθηταί του Λεωνίδα Aντωνιάδου υπήρξαν ο από τριετίας επαξίως κατέχων το αξίωμα του Δημάρχου της πόλεώς μας δια τας προς αυτήν καλλίστας υπηρεσίας του κ. Γ.Π. Aραδιππιώτης, ο από 15ετίας ακούραστος γραμματεύς της Σχολικής Eφορείας κ. O. Eυρυβιάδης, ο εκ των επιλέκτων μελών του Eκπαιδευτικού Συμβουλίου κ. N. Tζιάπρα Πιερίδης, ο Πρόξενος της Γερμανίας και Σουηδίας κ. Zήνων Δ. Πιερίδης, ο Δικαστής κ. Mελισσάς και άλλοι αξιόλογον θέσιν εις την κοινωνίαν κατέχοντες.

     Mε το όνομα του Λεωνίδα Aντωνιάδη τελειώνει η σειρά των αποθανόντων λειτουργών της Mέσης Παιδείας της πόλεώς μας, υπέρ των ψυχών των οποίων ας αναπέμψωμεν ήδη έκαστος εξ ημών μυστικώς θερμήν προς τον Ύψιστον δέησιν εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης επί τω ότι κατέλιπον την ανάμνησιν μιας ζωής κατατριβείσης επάνω εις τον στίβον του τραχυτάτου αλλ’ ευγενεστάτου διδασκαλικού σταδίου.

pieridisl

 

[Ο Λουκής Ζ. Πιερίδης (1865-1933), Πρόξενος της Σουηδίας, αρχαιόφιλος και βιβλιόφιλος, είχε καθοριστική συμβολή στην πρόκληση ενδιαφέροντος για την οργάνωση των σουηδικών αρχαιολογικών αποστολών στην Κύπρο, που πολλά πρόσφεραν στη γνώση της αρχαίας ιστορίας του τόπου. Στο βιβλίο του Einar Gjerstad, Sekler och Dagar (1933), πρωτεργάτη των αποστολών, περιλαμβάνεται η ακόλουθη περιγραφή της τυχαίας (και διασκεδαστικής) συνάντησης που είχε ως αποτέλεσμα την εκδήλωση αρχαιολογικού ενδιαφέροντος από τη Σουηδία].


Το πιο κάτω περιστατικό συνέβη το Μάρτιο του 1922. Ο καθηγητής Axel W. Persson του πανεπιστημίου της Uppsala ταξίδευε για την Ελλάδα. Σε κάποιο σιδηροδρομικό σταθμό στη Σερβία άρχισε συνομιλία με ένα ζωηρό και αεικίνητο πενηντάχρονο με κάπως ανατολίτικη φυσιογνωμία. Ο άγνωστος ρώτησε τον καθηγητή για τον προορισμό του ταξιδιού του και ο Persson του είπε ότι πήγαινε στην Ασίνη στην Ελλάδα, για αρχαιολογικές ανασκαφές.

     “Η αρχαιολογία είναι το πάθος μου”, δήλωσε ο νέος γνώριμος. “Ποια είναι η εθνικότητά σας, καθηγητά;” Όταν έμαθε ότι ο καθηγητής Persson ήταν Σουηδός, με εκρηκτική εγκαρδιότητα τον αγκάλιασε, λέγοντας: “Μα είμαστε σχεδόν συμπατριώτες. Βλέπετε, είμαι ο Πρόξενος της Σουηδίας στην Κύπρο! Ονομάζομαι Λουκής Ζήνωνα Πιερίδη. Ο πατέρας μου ήταν επίσης Πρόξενος της Σουηδίας, και όταν η Νορβηγία χωρίστηκε από τη Σουηδία, του προτάθηκε η θέση Προξένου της Νορβηγίας, πρόταση που απέρριψε επιλέγοντας να παραμείνει πιστός στη Σουηδία έως το θάνατό του. Νιώθω πολύ χαρούμενος και προνομιούχος που συναντιέμαι με ένα εκπρόσωπο αυτού του ευγενούς και υψηλόφρονος έθνους!”

     Αφού συνομίλησαν για λίγο, ο πρόξενος είπε ξαφνικά: “Καθηγητά, μπορείτε να μου δανείσετε πέντε λίρες; Είχα κάποια κακή τύχη. Στο τελωνείο της Σερβίας μού πήραν όλα τα χρήματα και δεν μπορώ να εξασφαλίσω άλλα πριν φθάσω στην Κωνσταντινούπολη.  

     Ο καθηγητής Persson σκέφθηκε: “Πέντε λίρες είναι πέντε λίρες, και πολύ πιθανόν θα χάσω αυτό το ποσό. Βέβαια υπάρχει και η πιθανότητα ο άνθρωπος αυτός να λέει την αλήθεια, και αν είναι πράγματι Πρόξενος της Σουηδίας θα ήταν προσβολή να του αρνηθώ το δάνειο”. Έτσι το πορτοφόλι του Persson ελάφρωσε κατά πέντε λίρες στερλίνες τις οποίες έδωσε στον Πιερίδη.

     Ο Πιερίδης άρχισε να μιλά για την Κύπρο, για το σπίτι του στη Λάρνακα και τη θαυμάσια συλλογή κυπριακών αρχαιοτήτων που είχε. Ρώτησε επίσης αν οι Σουηδοί σκέφτηκαν ποτέ να πραγματοποιήσουν ανασκαφές στην Κύπρο και παρακίνησε τον Persson να πείσει κάποιο νέο σουηδό αρχαιολόγο να επισκεφθεί την Κύπρο για σχετική μελέτη.

     Ύστερα από λίγη ακόμη κουβέντα με θέμα την αρχαιολογία και τη Σουηδία, ο Πιερίδης ζήτησε να δανειστεί ακόμη πέντε λίρες, διαβεβαιώνοντας τον Persson ότι όλο το ποσό θα το είχε στα χέρια του ο καθηγητής κατά την άφιξή του στην Αθήνα. Ο Persson, που δεν ήταν μόνο αισιόδοξος άνθρωπος αλλά και με μεγάλη καρδιά, ανταποκρίθηκε και στο νέο αίτημα του Πιερίδη, εξομολογήθηκε όμως αργότερα ότι δεν ήταν πολύ αισόδοξος ότι θα ξανάβλεπε τα λεφτά του όταν έφθασε στην Αθήνα. Όμως το ποσό ήταν ήδη εκεί μαζί με επιστολή του Πιερίδη, όπου επαναλαμβανόταν η παρότρυνση προς τον Persson να διευθετήσει σουδική αρχαιολογική εισβολή στην Κύπρο.

     Ένα ευχάριστο καλοκαιρινό βραδυ στην Ασίνη στην Ελλάδα, ένα βραδυ από εκείνα όπου όλα είναι δυνατόν να συμβούν, ο καθηγητής Persson συζήτησε το θέμα μαζί μου, και εισηγήθηκε να αποδεχτώ την πρόσκληση του Πιερίδη. Δεν γνώριζα τίποτε για την Κύπρο και χώρις πολλούς ενδοιασμούς την αποδέκτηκα. Το άγνωστο μου έγνεφε.

     Τον Οκτώβριο του 1923, με τη σύζυγό μου ταξιδέψαμε για την Κύπρο, και αποβιβαστήκαμε στη Λάρνακα, όπου ο Πιερίδης μάς υποδέχτηκε με ανοικτές αγκάλες. Συνάντησα το άγνωστο με τη μορφή τεράστιου υλικού της Εποχής του Ορείχαλκου, που προσφερόταν για μελέτη.

melisnik[Ο πεζογράφος Μελής Νικολαΐδης γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1892, και από εδώ άρχισε τη συγγραφική δραστηριότητά του. Στην πόλη εξέδιδε και την εβδομαδιαία εφημερίδα Ηχώ της Κύπρου, κατά την περίοδο 1913-1920. Το 1924 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου πέθανε το 1979 αφήνοντας πλούσιο πεζογραφικό έργο. Ήταν εξάδελφος του ποιητή Ξάνθου Λυσιώτη. (Η νεανική φωτογραφία του είναι από τα χρόνια της διαμονής του στη Λάρνακα)].

Από τη στιγμή που το αυτοκίνητο έμπαινε στη Λάρνακα, πλήθος από ωραίες κι αγαπημένες αναμνήσεις με υποδέχτηκε και με ακολούθησε σαν ένα πυκνό και πολυθόρυβο σμήνος από χελιδόνια, που αντί να προαναγγέλλουν την άνοιξη με το κελαδητό τους, τραγουδούσαν μιαν παλιά, περασμένη, μα και αξέχαστη άνοιξη ―την πρώτη άνοιξη της ζωής μου.

     Να οι γραφικές Καμάρες, που αποτελούσαν τότε τον συνηθισμένο χώρο των σχολικών μας εκδρομών. Εκεί αντίκρυ, κάτω από τα τόξα τους, απλώναμε τις πετσέτες μας και τρώγαμε τα λιτά φαγητά μας· εκεί γύρω παίζαμε, γελούσαμε και τραγουδούσαμε· εκεί πάνω σκαρφαλώναμε, για να πιούμε το δροσερό τρεχούμενο νερό μέσα στο πέτρινο αυλάκι του. Και νιώθω ακόμα και σήμερα την ίδια δροσιά και την ίδια χαρά.

     Να ο Άης Γιώργης με το πανηγύρι του, με τα γεμάτα από σουτζούκκον και σισαμένιον χαλουβάν σακιά, με τις πρόχειρες τέντες των λουκουμάδων και με τα ξύλινα αλογάκια, που γύριζαν γύρω από έναν χοντρό στύλο. Απ’ αυτά έπεσα κάποια φορά και χτύπησα στο φρύδι· και μια μικρή μου φίλη φρόντιζε με στοργική ανησυχία να μου σταματήσει το αίμα. Και όπως έχω ακόμα το σημάδι από το χτύπημα δίπλα στο φρύδι, νιώθω ακόμα και τώρα το απαλό χάδι του τρυφερού χεριού της φίλης στο πρόσωπό μου.

     Να το σεμνό χτήριο του τότε γυμνασίου μας με τις σεβαστές μορφές των καθηγητών και τις αγαπητές των συμμαθητών, που με συγκίνηση τις ανακαλεί η μνήμη. Πόσες αναμνήσεις ―πνευματικότερες αυτές― απ’ αυτή την αναπόληση. Εδώ είχα την πρώτη… συγγραφική έμπνευση: να γράψω… Ελληνική Ιστορία! Κι εδώ, μαζί με λίγους φίλους, εκδώσαμε χειρόγραφη και έπειτα πολυγραφημένη… εφημερίδα (που δυστυχώς δεν θυμούμαι τον τίτλο της, αλλά θυμούμαι το καταπληκτικό μου ψευδώνυμο “Σιμουρδαίνος”, παρμένο, αν δεν κάνω λάθος, από κάποιον ήρωα του Ουγκώ!)

     Κι οι αναμνήσεις ξεπετιούνται ολοένα από παντού, από κάθε τοποθεσία και κάθε σημείο της αγαπημένης γενέτειρας, σμιγμένες όλες με παλιά γεγονότα και παλιά φευ! πρόσωπα, που γεμίζουν όμως την μνήμη από νιάτα, και δονούν την ψυχή με τα πιο τρυφερά αισθήματα.

     Κι έτσι ζωντανεμένες και ξανανιωμένες και οι δυο ―μνήμη και ψυχή―, με καινούργια φτερά η πρώτη, με νέες λεπτές κι ευαίσθητες χορδές η δεύτερη, πετούν σφιχτοδεμένες κι αξεχώριστες πάνω από τα γνώριμα και προσφιλή τοπία, και τρυγούν τα πιο γλυκά αναθύματα, όπως οι γλυκοί χυμοί, που οι μέλισσες τρυγούν από τα λουλούδια, για να κάμουν το μέλι.

     Πετούν πάνω από τον αγαπημένο μου περίπατο, τη λεωφόρο Αρτέμιδος (θα κρατεί ακόμα, υποθέτω, το ίδιο όνομα, που είχε κάμει τότε μιαν καλή γειτόνισσα να λέει με καμάρι πως ο δρόμος ονομάστηκε έτσι, επειδή ο άντρας της λεγόταν… Αρτέμης)· σταματούν για λίγο στην Αγία Φανερωμένη, όπου στο υπόγειο τότε, μέσα στον βράχο, πρωτόγονο εκκλησάκι ανάβαμε μαζί με τους φίλους (και προπάντων με τις φίλες) το κεράκι μας, και δέναμε πάνω στον έξω μεγάλο θάμνο ένα κομμάτι ρούχο ή κορδέλα ―το τάμα μας―, για να μας φανερώσει το αγαπημένο πρόσωπο (πόσο ζωηρά θυμούμαι ακόμα το θαυμαστό αυτό “φανέρωμα” σε μια φίλη μου και σε μένα, όταν, μη τολμώντας να εκφράσουμε τ’ αμοιβαία μας αισθήματα, γράψαμε μονάχα σε δυο κομμάτια χαρτί ο καθένας το όνομα του άλλου, και τ’ ανταλλάξαμε με συγκινημένη σιωπή)· και προχωρούν έπειτα στην Αλυκή, όπου μαζί με τους φίλους (και πάντα κυρίως με τις φίλες) μαζεύαμε λουλούδια και βουτούσαμε τα πόδια μας στ’ αλμυρά νερά της όχθης.

     Έπειτα, έτσι σφιχτοδεμένες πάντα η ψυχή και η μνήμη, κατεβαίνουν στην παραλία, για να ξαναχαρούν πάνω στη μεγάλη αποβάθρα και στην προκυμαία (που εξελίχθηκε κατόπιν στις γραφικές Φοινικούδες) το κομψό, χαρούμενο κι ωραίο πλήθος των κοριτσιών και των αγοριών, που έκαναν ακατάπαυστες βόλτες ή κάθονταν στα γεμάτα από κόσμο κέντρα, φλερτάροντας ανώδυνα και γελώντας ευτυχισμένα, ή προχωρούν με ιδιαίτερη συγκίνηση ως τη μικρή αποβάθρα ―την “αποβαθρούν”― για να ξανανιώσουν την ξεχωριστή χαρά της εγκάρδιας συντροφιάς δυο νέων ―του αγαπημένου μου εξάδερφου κι εμένα―, που γελούσαν, αστιεύονταν, κάποτε εμιμούνταν και πρόσωπα του Καραγκιόζη, μέσα σε δυνατά και ακράτητα γέλια.

     Αλλά η ψυχή ―και χωρίς πια τη βοήθεια της μνήμης― ξαναζεί με βαθιά συγκίνηση όχο μόνο παλιές αναμνήσεις, αλλά και σύγχρονες και ζωντανές στιγμές ζωής, που δένονται και συνεχίζουν τις πιο ωραίες και πιο αγαπητές αναμνήσεις.

     Στο σπίτι της αδελφής μου είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι συγγενείς, για να με χαιρετίσουν. Και όλοι να με τριγυρίζουν, να με περιποιούνται και να με φροντίζουν με την ίδιαν αγάπη, στοργή και προθυμία. Τους έβλεπα όλους γύρω μου με καμάρι ―ανάμεσά τους ο ιδιαίτερα αγαπημένος μου εξάδερφος― και χαιρόμουν με συγκίνηση την ωραία στιγμή.

     Ιδιαίτερη συγκίνηση που έδωσε η επίσκεψή μου στον ιστορικό ναό του Αγίου Λαζάρου. Καθώς μπήκα στην εκκλησία ολόμονος κι έμεινα απερίσπαστος κι απομονωμένος, μπόρεσα να νιώσω ως το βάθος την ίδια ιερότητα της ατμοσφαίρας, όπως τότε, άναψα με την ίδια ευλάβεια το κερί μου μπροστά στην ίδια εικόνα, κατέβηκα με το ίδιο δέος στον ιερό τάφο του αγίου αναπνέοντας την ίδια θαυμαστή ευωδία, ένιωσα την ίδια, όπως τότε, ανάγκη προσευχής κι εξάρσεως. Και προσευχήθηκα με μάτια βουρκωμένα.

     Αλλά εκτός από τις στενά προσωπικές και συναισθηματικές αυτές εντυπώσεις θα προσθέσω και μια γενικότερη και σημαντικότερη, που μου χάρισε η επίσκεψη σ’ ένα αρχοντικό της πόλεως, το σπίτι του κ. Ζ.Δ. Πιερίδη. Καθώς θαύμαζα τους πολύτιμους αρχαιολογικούς, ιστορικούς και λαογραφικούς θησαυρούς του σπιτιού, το οποίον μια λαμπρά οικογενειακή παράδοση, που την συνεχίζουν μ’ έμπνευση και πίστη οι αληθινά καλλιτεχνικές ψυχές του ζεύγους Πιερίδη, το έχει μετετρέψει όχι μόνο σ’ ένα εξαίρετο μουσείο, αλλά και σε μια μόνιμη έκθεση γνήσιας Τέχνης, πλάταινα μέσα στη σκέψη μου τα πλαίσια του σπιτιού και της οικογενειακής παραδόσεως, και τα άπλωνα σ’ ολόκληρη την πόλη, στην ιστορία της και στη ζωή της. Και την αρχοντιά του πνεύματος και της ψυχής, που χαιρόμουν μέσα στις μεγάλες εκείνες αίθουσες, την ένιωθα ν’ ανταποκρίνεται κα να συνταυτίζεται με την ίδιαν αρχοντιά, που αναδίνεται από τη σεμνή κι ωραία γενέτειρα πόλη μου, από τα παλιά της χτίσματα, από τη συμπεριφορά, την έκφραση, και τις εκδηλώσεις των κατοίκων της, από την όλη ευγενική ατμόσφαιρά της. (Ιούνιος 1961)

Μελής Νικολαΐδης, Η Κύπρος μας, η Ομορφιά της, η Ζωή της, ο Αγώνας της (1965), σ. 62-64.

cesnola2Ο ιταλικής καταγωγής Luigi Palma di Cesnola, χαρακτηριστική τυχοδιωκτική μορφή του 19ου αιώνα, αφίχθηκε στη Λάρνακα με την αμερικανίδα έγγυο σύζυγό του την ημέρα των Χριστουγέννων του 1865, ως πρώτος πρόξενος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ο τριαντατριάχρονος Cesnola, με παλαιότερη στρατιωτική δραστηριότητα στην πατρίδα του Ιταλία  και τώρα δραστήριος αμερικανός πολίτης, με τη νέα αποστολή του ουσιαστικά “εξαργύρωνε” την εθελοντική συμμετοχή του στον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο.

     Στην Κύπρο, των τελευταίων χρόνων της οθωμανικής κατοχής, η ανυπαρξία μέτρων προστασίας των αρχαιοτήτων του νησιού επέτρεψε στον Cesnola ―όπως συνέβαινε και με πολλούς άλλους παραγόντες της ξένης ή τοπικής κοινότητας της Σκάλας― να ασχοληθεί με την προσοδοφόρο ενασχόληση των αρχαιολογικών ανασκαφών και της συλλογής κυπριακών αρχαιοτήτων. Ο νέος πρόξενος, κατά τα δέκα χρόνια της υπηρεσίας του στην Κύπρο (έως το 1876), με έδρα πάντοτε τη Λάρνακα, επέδειξε πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον για ανασκαφές παρά για τα προξενικά του καθήκοντα, απουσιάζοντας για μεγάλα διαστήματα από την πόλη, τόσο που αργότερα, με αφοπλιστική ειλικρίνεια έγραφε για την τελευταία περίοδο της διαμονής του στο νησί:

     “Ύστερα από απουσία σχεδόν έξι μηνών επέστρεψα, για μία ακόμη φορά, στη Λάρνακα, και ήμουν πολύ ευτυχής που χαιρόμουν την οικογενειακή ζεστασιά. Δυστυχώς βρήκα τη σύζυγό μου σε μεγάλη κατάθλιψη και άρρωστη. Η μοναχική ζωή της για τόσα χρόνια, με μικρές διακοπές κατά τα αραιά ταξίδια μας στην Ευρώπη, και τους λίγους μήνες στην Αμερική, άρχισαν να διακρίνονται στην όψη της, και κατάλαβα ότι ήταν πια καθήκον μου να τελειώνω με τις εξερευνήσεις μου”.

cesnolaresid

americanrepr1878     Ο Luigi Palma di Cesnola πέτυχε να εξελιχθεί στον σημαντικότερο της εποχής του (και πλέον αμφιλεγόμενο για τις μεθόδους του) ανασκαφέα κυπριακών αρχαιοτήτων. Η άγνοια και αδιαφορία του για σωστές μεθόδους ανασκαφής και παρουσίασης των ευρημάτων συχνά  αποδεικνύονται ανεπανόρθωτα καταστροφικές για την νεότερη έρευνα. Επιτήδειος όπως πάντα ο Cesnola, ―αφού προηγουμένως διαπραγματεύτηκε, χωρίς επιτυχία, με τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά μουσεία― το 1872 πώλησε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, της Νέας Υόρκης, τη συλλογή κυπριακών αρχαιοτήτων του, και από το 1879 έως τον θάνατό του (1904) υπηρέτησε το ίδιο μουσείο ως ο πρώτος διευθυντής του!

cesnolamedallion2

[Στις φωτογραφίες: (α) Ο Luigi Palma di Cesnola (γραβούρα του 1872). (β) Δύο απεικονίσεις της οικίας του προξένου της Αμερικής, στο κέντρο της παραλίας της Σκάλας (γύρω στα 1880). (γ) Πίσω όψη του μεγάλου χρυσού παράσημου του βασιλιά της Ιταλίας Umberto Α΄ προς τον Luigi Palma di Cesnola για τη μεγάλη προσφορά του στην «ανασκαφή και αποκάλυψη της αρχαίας Κύπρου”!] 

Τη χρονιά που μόλις πέρασε συμπληρώθηκαν 130 χρόνια από τη γέννηση του γιατρού και ιστοριοδίφη Νεοκλή Γ. Κυριαζή, ο οποίος πρόσφερε πολλά στην κυπριακή ιστορική έρευνα και ακόμη περισσότερα στην πόλη της Λάρνακας όπου έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Όπως συνήθως συμβαίνει με όσους αρκούνται σε ουσιαστική προσφορά χωρίς να επιδιώκουν πρόσκαιρες τιμές και αναγνώριση, η επέτειος πέρασε απαρατήρητη από τον Δήμο και τους συμπολίτες του.

kyriazisng1 Ο Ν.Γ. Κυριαζής, γεννήθηκε στη Λευκωσία στις 11 Μαρτίου 1878. Γονείς του ήταν ο Γεώργιος Κυριαζής, βολιώτης καπνοβιομήχανος δραστηριοποιημένος στη Λευκωσία, και η  Ζαφειρώ Χασάπογλου, από γνωστή οικογένεια τς Λευκωσίας. Φοίτησε στην Ελληνική Σχολή και το Ελληνικό Γυμνάσιο Λευκωσίας, και σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από όπου πήρε δίπλωμα ιατρικής, χειρουργικής και μαιευτικής το 1900. Κατα την περίοδο 1903-1904 παρακολούθησε μεταπτυχιακά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Το 1904 νυμφεύτηκε τη Μαρία Α. Τσέπη από τη Λάρνακα και εγκαταστάθηκε στη Σκάλα όπου είχε αξιοσημείωτη κοινωνική παρουσία.

     Το 1923 ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς τον κάλεσε να συμμετάσχει στην εκδοτική ομάδα του περιοδικού Κυπριακά Χρονικά, του πρώτου σημαντικού κυπρολογικού περιοδικού του τόπου, το οποίο σταδιακά και έως τη διακοπή της έκδοσής του (1937) ανέλαβε να εκδίδει μόνος, στο τέλος και ως αποκλειστικός συντάκτης. Παράλληλα δημοσίευε μελέτες και διάφορα άλλα κείμενα σε κυπριακές εφημερίδες.

     Από τα βιβλία που εξέδωσε κατά τη διάρκεια της ζωής του τέσσερα αναφέρονται αποκλειστικά στη Λάρνακα και την ευρύτερη περιοχή της:

     Ιστορικαί σελίδες. Η πόλις της Λάρνακος υπό το φως ιστορικών εγγράφων (1929).

     Συλλογή ιστορικών ειδήσεων της πόλεως Λάρνακα-Σκάλα (1946).

     Κοινωνική δράσις της πόλεως Σκάλα-Λάρνακα (1947).

     Ιστορικαί ειδήσεις Ιεράς Μονής Σταυροβουνίου, ιδρύσεως και λειτουργίας (1948).

     Επίσης το κείμενό του Ο Δήμος της Λάρνακος εντός μιας πεντηκονταετίας (1878-1928) που είχε δημοσιευθεί σε συνέχειες σε τοπική εφημερίδα εκδόθηκε αυτοτελώς το 1995. 

     Ο Νεοκλής Γ. Κυριαζής πέθανε στις 21 Αυγούστου 1956. Ένα σημαντικό τελευταίο έργο του με τίτλο Κυπριακά τοπωνύμια παρέμεινε αδημοσίευτο και σήμερα λανθάνει.

kyriazishouse«Η αυλή του σπιτιού του λαογράφου Ν. Κυριαζή» (Σχέδιο Αθηνάς Ταρσούλη, 1953)


Γύρω στα 1920, στην περιοχή “Καμίνια” της Λάρνακας ― περιοχή που ορίζεται από την αρχή του δρόμου που οδηγεί από τα “Καφενούδια (Δροσιά) προς την εκκλησία Αγίου Γεωργίου Μακρή― εργάτες που άνοιγαν θεμέλια για την κατασκευή περιτοιχίσματος κάποιας κατοικίας, βρήκαν αρχαία επιτύμβια στήλη. Η στήλη αποκτήθηκε από τον Λουκή Ζ. Πιερίδη και για αρκετό διάστημα βρισκόταν στον κήπο της οικίας Πιερίδη (σήμερα Ιδρύματος Πιερίδη).

Το φυλλάδιο που ετοιμάστηκε κατά τη δεκαετία του 1930 περιλαμβάνει το αρχαίο κείμενο της στήλης και αποδόσεις του στα νέα ελληνικά (από τον Νεοκλή Γ. Κυριαζή) και στα αγγλικά. 

kilikas1

kilikas2

Μη βιαστικά, ξένε περάσεις

Μα βράδυνε λιγάκι να μάθεις

για με τον Κίλικαν, έξοχον άνθρωπον

που διακρίθηκα ποτέ διδάσκων

των παλαιών του Ομήρου ηρώων ανδρείαν.

Αν σ’ ενδιαφέρει, πατρίδα έχω το Κίτιον

και η μοίρα στα σαράντα μου χρόνια

μου πήρε την ζωήν σ’ αυτόν τον τάφον.

Ο άγγλος Claude Delaval Cobham (1842-1915) υπηρέτησε ως διοικητής Λάρνακας για μεγάλη περίοδο (από τα πρώτα χρόνια της αγγλικής κατοχής έως τον θάνατό του). Η κυπρολογική βιβλιοθήκη του ήταν πολύ σημαντική για την εποχή της (σήμερα βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Cambridge) αλλά και ο ίδιος ασχολήθηκε με έρευνα για την Κύπρο και στο σημαντικότερο έργο, Excerpta Cypria, Materials for a History of Cyprus (Cambridge 1908) ―το οποίο συνοδεύτηκε και από Κυπριακή Βιβλιογραφία― παρουσιάζονται μαρτυρίες πολλών ξένων επισκεπτών για την Κύπρο μέσα στους αιώνες.

     Η οικία Cobham, η οποία ανήκε προηγουμένως στην οικογένεια Pory, βρισκόταν σε περιοχή ανάμεσα στην εκκλησία Παναγίας Χρυσοπολίτισσας και τη Μητρόπολη και ήταν από τα σημαντικότερα κτήρια της πόλης.

     Ο αββάς Giovanni Mariti, ο οποίος έζησε στη Λάρνακα κατά την περίοδο 1760-1767, αναφέρεται στην οικία «του άγγλου προξένου κυρίου Tredues, η οποία τώρα ανήκει στους γαλλικής καταγωγής κυρίους Pory, όπου υπάρχει αίθουσα υποδοχής που άνετα μπορεί να φιλοξενήσει πεντακόσια πρόσωπα· είναι διακοσμημένη με παλαιές ταπισερί και πίνακες καλών ζωγράφων. Τα άλλα δωμάτια είναι το ίδιο καλά φροντισμένα και άνετα. Διαθέτει στάβλο για πενήντα άλογα και πολύ ωραίο κήπο”.  

     Τον χειμώνα του 1900 ο άγγλος συγγραφέας H. Rider Haggard (γνωστός και από το μυθιστόρημά του Τα ορυχεία του βασιλιά Σολομώντα) κατά τη διάρκεια σύντομης διαμονής του στην Κύπρο επισκέφθηκε την οικία Cobham και δημοσίεψε σε βιβλίο του την ακόλουθη περιγραφή:

     “Ο κ. Cobham ζει σε ένα ωραίο ιδιόκτητο σπίτι. Για πολλές γενιές προηγουμένως ήταν η κατοικία των άγγλων προξένων στη Λάρνακα, εγκαταλείφθηκε όμως πριν από πολλά χρόνια. Εδώ, σε ένα φροντισμένο δωμάτιο, στεγάζεται η μοναδική βιβλιοθήκη του που περιλαμβάνει παλιά βιβλία γραμμένα από ταξιδιώτες  των τελευταίων πέντε ή έξι αιώνων, και από άλλους που ασχολήθηκαν με την Κύπρο, ή την επισκέφθηκαν […]

     Τοποθετημένο σε τοίχο στο σαλόνι του σπιτιού και παρ’ ότι φρεσκοβαμμένο, ηλικίας τουλάχιστον ενάμισι αιώνα, βρίσκεται ένα εξαίρετο σκαλιστό δείγμα του αγγλικού βασιλικού θυρεού. Αυτό ακριβώς το αντικείμενο, όπως εξακρίβωσε ο κ. Cobham, ήταν τοποθετημένο  επάνω στην είσοδο του παλαιού βρετανικού Προξενείου όσο ήταν κατοικία των προξένων. Όταν το κτήριο εγκαταλείφθηκε, ο θυρεός αφαιρέθηκε και χάθηκαν τα ίχνη του, όμως πριν από λίγα χρόνια το εντόπισε σε ένα στάβλο στη Λάρνακα, από όπου το έσωσε· ένας τεχνίτης από αγγλικό πολεμικό πλοίο που επισκέφθηκε την Κύπρο ανέλαβε το βάψιμό του, και ο θυρεός επέστρεψε θριαμβευτικά στο παλιό του σπίτι”. 

cobhamres2

 Το εσωτερικό της αυλής (1878)

     Το 1914 η «μεγάλη Oικία Kόπαμ αποτελουμένη εκ 47 δωματίων μετά κήπων απεράντων» αποκτήθηκε από τη Μητρόπολη Κιτίου για να στεγάσει το «Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο». Όπως αναφέρεται σε εφημερίδα της εποχής «O Πανιερώτατος Mητροπολίτης Kιτίου  Mελέτιος Mεταξάκης ηγόρασεν αντί 600 λιρών την εν Λάρνακι οικίαν του πρώην Διοικητού κ. Kόπαμ, όπου θα εγκαταστήσει το Iεροδιδασκαλείον».  

oikia-cobham

     Η οικία Cobham σε φωτογραφία του 1904, με ιδιόχειρες ευχές του ιδιοκτήτη της

ierodidaskaleio1Ο ίδιος χώρος, σε δελτάριο του 1915, όταν λειτουργούσε ως Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο. Οι μαθητές, με τον υπεύθυνο καθηγητή τους, κατά την ώρα γεωργικού μαθήματος.

 Αρκετές δεκαετίες αργότερα και αυτή η ιστορική οικία της Λάρνακας κατεδαφίστηκε και στον ίδιο χώρο κτίστηκε η Διανέλλειος Επαγγελματική Σχολή και το Οικοτροφείο.

dianelleio1Διανέλλειος Επαγγελματική Σχολή και Οικοτροφείο (1962 )

gamilia1905

Οικογενειακή αναμνηστική φωτογραφία από τους γάμους (γύρω στα 1905) του γιατρού Φίλιππου Γρηγ. Λυσιώτη, από τη Λάρνακα, με τη Μαρία Χατζηπαύλου, κόρη του λεμεσιανού οινοβιομήχανου και πολιτικού παράγοντα Δημοσθένη Χατζηπαύλου.

Οι οικογένειες των νεονύμφων παρουσιάζονται “ισοζυγισμένες”: αριστερά εκείνη του γαμβρού και δεξιά η (πολυπληθέστερη) οικογένεια της νύμφης.

Οι γονείς: Παπά Γρηγόριος Λυσιώτης (ιερέας Αγίου Λαζάρου για περίπου μισό αιώνα) και η σύζυγός του Μαργαρώνα. Δημοσθένης Χατζηπαύλου (1845-1915) και η σύζυγός του Ελένη Μιχαήλ Λοϊζίδου (εμπόρου από τη Λάρνακα).

Από αριστερά (όρθιοι): Κοσμάς Γρηγ. Λυσιώτη (1871-1948), δάσκαλος με μεγάλη εκπαιδευτική συνεισφορά στην πόλη, η σύζυγός του Αγγελική Γλυκερίου Λοϊζου και η αδελφή της Μαρία Λοΐζου, δασκάλα. Από πλευράς οικογένειας Χατζηπαύλου: τα δύο αδέλφια και οι άλλες τέσσερις αδελφές της νύμφης ― η τελευταία με τον σύζυγό της.

Τα τρία παιδάκια της φωτογραφίας είναι του Κοσμά και της “ωραίας Αντζέλικας”, όπως ήταν γνωστή στους οικογενειακούς κύκλους: Κλέαρχος, Ξάνθος, Νίκος ―με έντονη κατοπινή εμπορική δραστηριότητα. Ειδικότερα ο Ξάνθος Λυσιώτης (1898-1987) διακρίθηκε και ως αξιόλογος λυρικός ποιητής. 

emeisoitreisston-kafene

Τρεις γνωστοί πολίτες της Λάρνακας σε καφενείο της πόλης (κατά τη δεκαετία του 1930).

Από αριστερά: 1. Δημήτριος Διανέλλος (1889-1950), καπνοβιομήχανος και ευεργέτης της Λάρνακας, 2. Μιμής Βοντιτσιάνος (έμπορος), 3. Νεοκλής Γ. Κυριαζής (1877-1956), γιατρός, συγγραφέας, ιστοριοδίφης και για μεγάλη περίοδο εκδότης του περιοδικού Κυπριακά Χρονικά (1923-1937).

Μαΐου 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031