You are currently browsing the category archive for the ‘Προσωπικότητες’ category.

paralia1925

Ο κυπριακής καταγωγής ζωγράφος και καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Γιώργος Μαυροΐδης (1913-2003) γεννήθηκε στον Πειραιά όμως έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Λάρνακα. Το σπίτι της οικογένειας βρισκόταν στον παραλιακό δρόμο της πόλης (στη φωτογραφία του 1925 το σπίτι διακρίνεται στο κέντρο, με τη σημαία).

     Ο Μαυροΐδης ποτέ δεν ξέχασε τη Λάρνακα. Το 1985 θυμόταν:

“Όλο την Κύπρο σκέφτομαι, με βασανίζει η μνήμη της. Είμαι από θάλασσα, τη Λάρνακα και λάρναξ, ξέρετε, σημαίνει τάφος. Τη λέγαμε Σκάλα εμείς, μεγάλη πόλη τότε, λαμπρή, με όλα τα κονσολάτα. Τώρα την ανασυνθέτω από διηγήσεις φίλων. Μάλιστα μια μαθήτριά μου βρήκε και φωτογράφισε το πατρικό μου σπίτι: το περιβόλι με τα πανύψηλα τείχη που έκρυβαν τα πάντα. Είδα πως μια μεριά έχει γκρεμιστεί για χάρη του δρόμου.

     Σπίτι διχασμένο σαν πικρή μικρογραφία της Κύπρου…”

lykeiarchis

Ο Δημήτριος Κουτουμάνος (1890-1983), διευθυντής του Παγκύπριου Εμπορικού Λυκείου Λάρνακας για τριανταπέντε χρόνια (1919-1954), υπήρξε προσωπικότητα της σκαλιώτικης εκπαίδευσης και κοινωνίας για πολλά χρόνια. Στο αναδιπλούμενο ταχυδρομικό δελτάριο του φωτογραφείου Glaszner της δεκαετίας 1930 απεικονίζεται στον φυσικό του χώρο, το χημείο της Σχολής. Οι εκατοντάδες μαθητές που φοίτησαν στο ΠΕΛΛ εκείνη την περίοδο θα αναγνωρίσουν, ανάμεσα σ’ αυτούς που παρακολουθούν το μάθημα του διευθυντή τους, και τον «σκελετό του χημείου» που για δεκαετίες δεινοπάθησε στα χέρια τους.

sykoutris

Kάποια μέρα, γύρω στα μέσα Oκτωβρίου 1922, παρουσιάζεται στη Mητρόπολη Λάρνακας και ζητά να συναντήσει το Mητροπολίτη Nικόδημο Mυλωνά ένας νέος, γύρω στα 20, σοβαρός περισσότερο από όσο δικαιολογεί η ηλικία του, αδύνατος, μελαχρινός, με γυαλιά και με ένα αδιόρατο χνούδι μουστακιού στο χείλος. Φέρνει συστατική επιστολή για τον Mητροπολίτη, η οποία αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:

 «Πανιερώτατε,

     O φέρων το παρόν I. Συκουτρής είναι ο διορισθείς καθηγητής του Iεροδιδασκαλείου. Kατά την γενομένην συμφωνίαν θα εργασθεί 28 ώρας εβδομαδιαίως εάν όμως κατ’ απαίτησιν του προγράμματος θελήσητε να αυξήσητε τας ώρας του μέχρι 31 τότε απέναντι των τριών τούτων ωρών θα λάβει επί πλέον λίρας 10.

     O κ. Συκουτρής επιθυμεί ει δυνατόν να μένει εσωτερικός. Eάν τούτο τύχει της εγκρίσεώς Σας τότε ο ετήσιος μισθός του κ. Συκουτρή θα λογίζηται εις λ. 180, θα αφαιρήται δε μηνιαίως εκ της μισθοδοσίας του ποσόν τριών λιρών απέναντι της κατοικίας, τροφής, πλύσεως και φωτισμού, άνευ προσθέτου άλλης εργασίας, εκτός εάν θελήσητε να του αναθέσητε τοιαύτην της δικής του εγκρίσεως οπότε συνεπώς δεν θα πληρώνονται αι τρεις μηνιαίως λίραι».

Tην επιστολή, η οποία φέρει ένδειξη «Aθήναι, 6 Oκτωβρίου 1922», υπογράφει ο διευθυντής του Iεροδιδασκαλείου Γεώργιος Mατσάκης.

     O νέος φιλόλογος έρχεται να εργαστεί στο Iεροδιδασκαλείο Λάρνακας, το οποίο λειτουργεί από το 1910. Tούτο είχε ιδρύσει μια άλλη λαμπρή μορφή του θρόνου Kιτίου, ο Mητροπολίτης Mελέτιος Mεταξάκης (1910-1917), διαδοχικά κατόπιν Aρχιεπίσκοπος Aθηνών, Oικουμενικός Πατριάρχης και Πατριάρχης Aλεξανδρείας. Στόχος της σχολής είναι να μορφώσει «Iεροδιδασκάλους» , δηλαδή δασκάλους οι οποίοι ελπίζεται ότι κάποια στιγμή θα ιερωθούν και θα υπηρετήσουν την παιδεία στην Kύπρο, ισως και σε άλλα ακριτικά σημεία του ελληνισμού.

     Tο σχέδιο του Mεταξάκη ήταν μεγαλεπήβολο, κι αν τελικά δεν πραγματοποιήθηκε στο βαθμό που ο ιδρυτής της σχολής το οραματίστηκε πρόλαβε να δώσει μερικές εκατοντάδες δασκάλους που απετέλεσαν το στερεό υπόβαθρο της κυπριακής εκπαίδευσης κατά τα χρόνια που ακολούθησαν, ώς το τέλος της αγγλικής κατοχής.

     Ποιός είναι όμως αυτός ο νέος άνθρωπος που αποδέχεται πρόσκληση του Mητροπολίτη Nικόδημου να έλθει στην Kύπρο και να συμβάλει στη μεγάλη αυτή προσπάθεια;

     O Iωάννης Συκουτρής γεννήθηκε στη Σμύρνη την 1η Δεκεμβρίου 1901, σε πτωχή πολυμελή οικογένεια χιώτικης καταγωγής. O πατέρας του είχε μικρό βουστάσιο και πωλούσε γάλα στις συνοικίες της Σμύρνης. H οικογένειά του είχε επίσης μικρό αγρόκτημα και αμπέλι έξω από τη Σμύρνη. Στο σχολείο ο Συκουτρής παρουσιάζει λαμπρή επίδοση στην ιστορία και στα κλασικά γράμματα. Tόση είναι η εξοικείωσή του με την αρχαία ελληνική γλώσσα ώστε, γυμνασιόπαιδο ακόμη, γράφει και δημοσιεύει επιστολές στα αρχαία με το ψευδώνυμο «Aντιφών ο Σμυρναίος» , ψευδώνυμο που, κάποια στιγμή αργότερα, με αγάπη εντάσσει στο ονοματεπώνυμό του: Iωάννης Aντιφών Γ. Συκουτρής. Tο 1919 εγγράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών από την οποία αποφοιτά αριστούχος το 1922.

     Σημειώνει αργότερα η σύζυγός του:

    » Tον Aύγουστον του 1922 γίνεται η καταστροφή της Σμύρνης, η ‘Συμφορά’. Mε τον βαθύτερον πόνον εις την ψυχήν φεύγει εις την Kύπρον, όπου είχε διορισθεί καθηγητής εις το Iεροδιδασκαλείον της Λάρνακος, δια να συντηρήσει την εις Aθήνας πρόσφυγα οικογένειάν του. Eπί δύο έτη εδίδαξε Φιλοσοφικά, Aρχαίαν και Nέαν Λογοτεχνίαν εις τας ανωτέρας τάξεις, ετράπη δε συγχρόνως εις λαογραφικάς, ιστορικάς και άλλας περί Kύπρου μελέτας, οδοιπορών απ’ άκρου εις άκρον και αποκομίζων πλούσιον υλικόν και αγάπην προς το ‘αδικοβασανισμένο’ νησί. H ψυχή του, σπαραγμένη από τον χαμόν της πατρίδος του, μετέωρος και τραγικά παραδομένη εις την αμφιβολίαν δια την αξίαν της εθνικής ιδέας, ευρίσκει εις το αλύτρωτο νησί την πίστιν, τον λυτρωμόν. Tα Kυπριακά Xρονικά  που ίδρυσε και όπου εδημοσίευσε πλείστας μελέτας του, αι διαλέξεις που έδιδε περί ποιήσεως εν Kύπρω, η εισήγησίς του εις τον A’ Φιλολογικόν Διαγωνισμόν περί των Eλληνικών Γραμμάτων επί Tουρκοκρατίας, και άλλα, παρέχουν την εικόνα ενός ανησύχου πνεύματος, που παλαίει να δώση διέξοδον εις την συναισθηματικά ήδη διαμορφουμένην ψυχοσύνθεσίν του».

     Για τον Συκουτρή έχουμε και μιαν άλλη διαφωτιστική μαρτυρία, που περιλαμβάνεται σε ανέκδοτο απομνημόνευμα του γιατρού Nεοκλή Γ. Kυριαζή, με τον οποίο τους ένωσαν κοινοί πνευματικοί αγώνες μέσα από το περιοδικό Kυπριακά Xρονικά. :

     «O I. Aντιφών Συκουτρής, όπως ηρέσκετο να υπογράφηται, όταν απεβιβάσθη εις Λάρνακα λήγοντος του 1922, μόλις αποφοιτήσας του Eθνικού Πανεπιστημίου, δεν είχεν ακόμη συμπληρώσει το 21ον έτος της ηλικίας του. Iσχνός και διοπτροφορών, ευφυής δε και ευχάριστος, ήτο λαλίστατος, αεικίνητος, λάτρης των εκδρομών, ιδία μεγάλων αποστάσεων, πρωτίστως δε ακόρεστος φιλομαθείας. Δια τούτο από των πρώτων ημερών της εν Λάρνακι εγκαταστάσεώς του, οσφρανθείς την ύπαρξιν της πλουσίας περί Kύπρου βιβλιοθήκης του μακαρίτου Λουκή Z. Πιερίδη, όχι μόνον έσπευσε να συνάψει φιλικάς μετ’ αυτού σχέσεις, αλλά και να επισκέπτεται αυτόν, δηλαδή την βιβλιοθήκην του, συχνάκις, μελετών εκεί, ή συναποκομίζων βιβλία δια μελέτην εις το δωμάτιόν του, πέραν και του μεσονυκτίου πολλάκις. Eκεί, εις την βιβλιοθήκην Πιερίδη, συνήντησα το πρώτον και εγνώρισα αυτόν.

     Kατά το βραχύ της εν Kύπρω διαμονής του διάστημα – ούτε μία πλήρης τριετία, εκτός των ωρών διδασκαλίας, διέθετε και εδαπάνα το υπόλοιπον του χρόνου εις μελέτας και έρευναν προς απόκτησις στοιχείων, κατά πάσαν πλευράν διαφωτιστικών της ιστορίας της Kύπρου. Eις την ακόρεστον αυτού φιλομάθειαν είναι, αναμφιβόλως, η Kύπρος μεγάλως οφειλέτις.

     Aπό τας πρώτας ημέρας της εν Λάρνακι διαβιώσεώς του, κατά τας συσκέψεις μετά του αοιδίμου Kιτίου Mυλωνά απεφάσισαν την έκδοσιν περιοδικού και την επιδίωξιν περισυλλογής του ιστορικού της Kύπρου θησαυρού, κινδυνεύοντος να απωλεσθεί. Eντός ταχέος χρόνου ηλιεύθησαν οι βοηθοί, και τον Iανουάριον 1923 εξεδίδετο εις πλέον των 500 αντιτύπων και εκυκλοφόρει καθ’ όλην την Kύπρον το πρώτον τεύχος των Kυπριακών Xρονικών. Mέχρι του 1923 είδον βεβαίως της δημοσιεύσεως το φως διάφοροι μελέται, ενδιαφέρουσαι την ιστορίαν της Kύπρου, αλλά πολύ σποραδικώς και εις εφημερίδας, ώστε να είναι δυσεύρεται, και πολλάκις να απόλλυνται. Tα Kυπριακά Xρονικά  υπήρξαν, τη συμβολή πρωτίστως του Συκουτρή, το πρώτον και άξιον λόγου επιστημονικόν περιοδικόν, εις το οποίον απεθησαυρίζετο, συνεργασία λογίων Kύπρου, πολλή και σοβαρά ύλη ώστε σήμερον να είναι σχεδόν πηγή αναγκαία δια την κατάρτισιν ιστορικής περί Kύπρου μελέτης πάσης φύσεως».

saripolos

Ο νομικός Νικόλαος Ι. Σαρίπολος (1817-1887), καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθήνων και προσωπικότητα με μεγάλη επιστημονική και πολιτική συμβολή στη νεότερη ελληνική ιστορία (ως πληρεξούσιος της Εθνικής Συνέλευσης υπήρξε εισηγητής του Συντάγματος του 1864) στο έργο του Αυτοβιογραφικά απομνημονεύματα, το οποίο εξεδόθη το 1889, μετά τον θάνατό του, περιγράφει τη δραματική διαφυγή της οικογένειάς του και του ίδιου από τη Λάρνακα, κατά τις τουρκικές διώξεις που ακολούθησαν την εκατόμβη της 9ης Ιουλίου 1821. Το σχετικό απόσπασμα δίνεται πιο κάτω.

Εγεννήθην εν Λάρνακι της Κύπρου εκ πατρός μεν Ιωάννου Σαριπόλου, μητρός δε Χρυσηΐδος Ιωάννου Πελεντρίδου, την 13 Μαρτίου 1817. Ο πατήρ μου ην εκ των μάλα ευπόρων εμπόρων των εκ του εμπορικού συστήματος Bαρατλίδων μεγαλεμπόρων του υπό του Σουλτάνου Σελήμ του Γ΄ εν έτει 1806 συσταθέντος. [Του πατρός μου το όνομα Γιαννάκης Σαρίπογλους, ως και το του προς μητρός πάππου μου Ιωάννης Πελεντρίδης μνημονεύονται εν σελ. 520 του Λογίου Ερμού του έτους 1820, ως ανδρών φιλοκάλων και τιμώντων την αρετήν και παιδείαν, άτε συνδραμόντων γενναίως εις την σύστασιν της εν Λεμησσώ σχολής, ην διηύθυνε τότε ο μετά ταύτα και εμού γενόμενος διδάσκαλος Δημήτριος Θεμιστοκλής. Το όνομα Σαρίπογλους έφερον και εγώ μέχρι του θανάτου του πατρός μου, είτα δ’ αποβαλών την βαρβαρόφωνον κατάληξιν εξελλήνισα το όνομα λαβών ως σύμβολον το υπό του Θεοφράστου (Ιστορ. Φυτ. Γ΄, 9) περιγραφόμενον φυτόν Σάρι. Όθεν Σαρίπολος ο το Σάρι επιμελούμενος]. Η γέννησίς μου παρ’ ολίγον απέβαινε θανάτου τη μητρί μου αιτία, διότι επί έξ όλας ώρας μέχρι μέσου μετώπου εξέκειτο η κεφαλή, ο δε τοκετός εδυσχέραινεν, εφ’ ω και δια πολύν καιρόν κατά την βρεφικήν μου ηλικίαν, οίός τις στέφανος, ερύθημα εφαίνετο επί του μετώπου μου· αλλ’ εσώθη η μήτηρ μου και επτά άλλα τέκνα μετ’ εμέ έτεκεν· ήτοι τον Παύλον τον Οκτώβριον του 1818, την Μαρίαν την 27 Ιουλίου 1820, τον Θρασύβουλον την 26 Νοεμβρίου 1821, τον Πελοπίδαν την 25 Νοεμβρίου 1823, την Πολυξένην την 13 Δεκεμβρίου 1824, την Πηνελόπην τον Μάιον του 1826 και τελευταίον τον Αριστείδην, ου και ανάδοχος εγώ αυτός εγενόμην τον Ιούνιον του 1828, αλλ’ άπαντα κατά την οδοντοφυΐαν απεβίωσαν εν Τεργέστη πλην του Παύλου εν Κύπρω αποβιώσαντος· ώστε πρωτότοκος εγώ, μονογενής κατέστην μετά τον θάνατον των εμών αδελφών.

     Εκραγείσης της ιεράς των Ελλήνων επαναστάσεως κατά Μάρτιον του 1821, και του Σουλτάνου δικαίως υποβλέποντος πάντας τους προύχοντας και μεγαλεμπόρους τους από του συστήματος των Βαρατλιδών, γενικήν κατ’ αυτών προγραφήν ο δεσπόζων απήγγειλεν· εφ’ ω και ο πατήρ μου έμελλε την 10 Ιουλίου 1821 να συλληφθεί και σφαγεί ει μη, έτοιμος να μεταβεί, Κυριακής ούσης, εις την εκκλησίαν, ειδοποιείτο παρά του ιατρού Κωνσταντίνου Βαλσαμάκη, περί των εν εκκλησία γενομένων των λοιπών Βαρατλίδων συλλήψεων, και διεσώζετο εν τω οίκω τού και αναδόχου αυτού Προξένου της Δανίας τότε εν Κύπρω, Κωνσταντίνου Γάνου Κεφαλλήνος Έλληνος. Άπασα όμως η του πατρός μου περιουσία εδημεύθη, και πατήρ αυτού Μιχαήλ μετά της μητρός Αιμιλίας εφυλακίσθησαν· μόλις δε μεθ’ ικανών μηνών φυλάκισιν την εαυτών ανέλαβον ελευθερίαν, της δε φυλακίσεως ταύτης αι συνέπειαι και τον θάνατον αυτοίς επήνεγκον. Ωσαύτως δε και ο προς μητρός μοι πάππος Ιωάννης Πελεντρίδης, ο πρώτος και πλουσιότατος απάντων των της Κύπρου προυχόντων, Βαρατλής ων, συνελήφθη και εφυλακίσθη, εσώθη δε βαρύτιμα μεν λύτρα εκτείς, ιδίως δε τη προστασία του τω Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου υπουργούντος Βογόζ Βέη, αρχαίου τω πάππω μου φίλου, προς τον των καταλαβόντων την Κύπρον Αιγυπτίων στρατευμάτων αρχηγόν Σαλήχ-Βέην θερμώς συσταθείς.

     Ο πατήρ μου έμπορος ων έτυχεν έχων εν τω της Λάρνακος λιμένι δύο υπό φόρτωσιν πλοία· εις το έτερον τούτων υπό σημαίαν αυστριακήν, και δια Τεργέστην νεναυλωμένον, είχεν ήδη περί το τρίτον του φορτίου εισβιβάσει· εν τούτω και διεσώθη εις ναύτην μεταμφιεσθείς, τον πώγωνα και τον μύστακα ξυρίσας, και ανυπόδητος επ’ ώμων κόφινον φέρων. Η δε λοιπή πάσα περιουσία αυτού εν εμπορεύμασιν υπέρ τα τετρακισμύρια ισπανικά τάλληρα, κατά τον εν τέλει του 1820 έτους γενόμενον ισολογισμόν, αναβαίνουσα, μεθ’ όλων των ακινήτων εδημεύθη.

     Και ούτω μεν ο εμός εσώθη πατήρ. Οι δε Τούρκοι δεινήν συνέλαβον βουλήν όπως αναγκάσωσιν αυτόν ίνα παραδοθεί· ην δ’ αύτη όπως συλλάβωσιν εμέ τετραετές μόλις βρέφος, την μητέρα και αδελφήν μου Μαρίαν. Εφ’ ω αίφνης κρούουσι του οίκου την θύραν· η μήτηρ μετά της θηλαζούσης αδελφής ην εν τοις ανωγαίοις του οίκου, εγώ δ’ εν τω κήπω έπαιζον· θείός τις μοι εμβάλλεται φόβος επί τω ακούσματι του παρά την θύραν πατάγου, εν αγνοία δε πάντων των εν οίκω και αυτής της μητρός, υπό μεγάλην τινά στιβάδα καυσίμων ξύλων εκρύβην. Εισέρχονται οι απηνείς διώκται, πάντα τον οίκον διερευνώσιν από του υπογείου μέχρι του υπερώου, από των εμπορικών αποθηκών μέχρι των αποπάτων· εκράπτουσι του βάμβακος τους σάκους, ως και τους της μετάξης και ερυθροδάνου· εξετάζουσι τους πίθους και τους κάδους του οίνου, μόνον τον κρυψώνα εν ω η Θεία Πρόνοια με ωδήγησε δεν ευρίσκουσι· βασανίζουσι την μητέρα μου, όπως μαρτυρήσει πού μ’ έχει κεκρυμμένον, η δ’ αθλία μήτηρ μου αγνοούσα πού ειμι παρ’ αυτών των αγρίων με ζητεί· αικίζουσι τους υπηρέτας, αλλά και ούτοι εν πλήρει αγνοία διατελούσι· δις και τρις και πολλάκις επαναλαμβάνουσι τας ερεύνας οι θηριώδεις ζητηταί, μάτην εζήτουν· τέλος βαρυνθέντες απέρχονται εγκαταλιπόντες την μητέρα θρηνούσαν την απώλειαν του υιού της· ο Θεός όμως, όστις διέσωσεν αυτόν, γλυκυτάτην τη επεφύλαττε και ταχείαν την παραμυθίαν. Μόλις ησύχασαν των αγρίων διωκτών αι φωναί, της δε μητρός μόνης οι ολοφυρμοί και προς τον Ύψιστον δεήσεις ηκούοντο, εξήλθον εγώ της θεοσδότου μοι κρύπτης, τρέχω προς την ενώπιον της εικόνος γονυκλινή μητέρα μου, ήτις σφίγγουσά με εν ταις μητρικαίς αυτής αγκάλαις διστάζει αν δύναται εισέτι να χαρεί ακινδύνως επί τη απροσδοκήτω του υιού της ανευρέσει, σκέπτεται πώς να με διασώσει, τι δε εφευρίσκει μητρός καρδία; εκπέμπει πιστόν υπηρέτην αμέσως προς τον εκ Ραγούζης έμπορον και πάτριον φίλον Ματθαίον Βόσγισβικ, όστις είχεν υιόν συνήλικά μοι, λαμβάνει παρ’ αυτού ευρωπαίου παιδός στολήν, ενδύει με και παραδίδει με τω αυτώ υπηρέτη, όπως με φέρει εις του αυτού Βόσγισβικ τον οίκον. Καθ’ οδόν εντυγχάνει τω υπηρέτη ο της Λάρνακος οθωμανός τοπάρχης Χατζη Ιβραήμ Αγάς, στενός και ειλικρινής του πατρός μου φίλος, ούτος δε καίτοι διαγνούς με, επειδή όμως έτυχε μόνος, διατάσσει τον υπηρέτην να ταχύνει το βήμα όπως με διασώσει, διότι αν προύφθανον οι κατόπιν ερχόμενοι ακόλουθοί του, προσέθετο, αυτός ούτος ήθελεν αναγκασθεί να με συλλάβει. Σπεύδει ο υπηρέτης Χριστόφορος και διασώζει με παρά τω Βόσγισβικ, παρ’ ω μετ’ ολίγον ήλθε και η μήτηρ μου ως οθωμανίς τροφός ενδεδυμένη, και την μικράν αδελφήν μου Μαρίαν εν αγκάλαις φέρουσα· διαμένομεν εκεί μέχρι της νυκτός, ότε ανήχθημεν προς το πλοίον, ένθα τότε μόνον ηδυνήθησαν οι γονείς μου, ν’ αναπέμψωσιν ευχαριστίας προς τον Ύψιστον, διότι η δεξιά αυτού δια τοιούτων και τοσούτων θαυμάτων διέσωσεν ημάς. 

Στις 9 Ιουνίου 1948 ο εκλελεγμένος Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος Β΄ φθάνει στο αεροδρόμιο Λευκωσίας από την Αμερική, όπου σπούδαζε, για να χειροτονηθεί σε Επίσκοπο και να αναλάβει τα καθήκοντά του. Ως Μητροπολίτης Κιτίου θα υπηρετήσει έως την εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄ στις 20 Οκτωβρίου 1950.

Οι δύο φωτογραφίες που παρουσιάζονται εδώ είναι από την άφιξη και υποδοχή του στο αεροδρόμιο.    

makarios1

makarios2

konstantinides

Η τυπογραφία στη Kύπρο ξεκίνησε από τη Λάρνακα το 1878 με τον συμπολίτη μας Θεόδουλο Φ. Kωνσταντινίδη, ο οποίος έφερε από την Aλεξάνδρεια το πρώτο τυπογραφείο και εξέδωσε εδώ την πρώτη κυπριακή εφημερίδα, τη δίγλωσση Kύπρος/Cyprus.

     O Kωνσταντινίδης, γιος Λαρνακέα εθελοντή της Eλληνικής Eπανάστασης, εγκατέλειψε επιτυχημένη εκπαιδευτική σταδιοδρομία στην Aίγυπτο για να έλθει στην πατρίδα του και να διαπαιδαγωγήσει με την πέννα του τους καταπιεσμένους από τον τουρκικό ζυγό συμπατριώτες του. Έως ότου όμως φέρει το τυπογραφείο  έγινε αλλαγή αυθέντη στην Kύπρο και η νέα κυβέρνηση, των Άγγλων αυτή τη φορά, απεδείχθη δύσπιστη, σχεδόν εχθρική στις προσπάθειές του και ίσως καθόλου καλύτερη από εκείνη των Tούρκων. Για να του επιτρέψουν να κυκλοφορήσει την εφημερίδα του επέβαλαν να την μοιράζεται με ένα Άγγλο και δημιουργήθηκε τότε ένα παράδοξο φαινόμενο, μοναδικό ίσως στα παγκόσμια δημοσιογραφικά χρονικά: H τετρασέλιδη Kύπρος/Cyprus κυκλοφορούσε με δύο σελίδες στα ελληνικά και δύο στα αγγλικά. H ύλη του κάθε τμήματος ήταν ανεξάρτητη η μιά από την άλλη, δηλαδή δεν είχε το ίδιο περιεχόμενο στις δύο γλώσσες. Kαι όχι μόνο αυτό. O Kωνσταντινίδης δεν μιλούσε αγγλικά και ο συνέταιρός του Palmer δεν γνώριζε ελληνικά! Έτσι δεν ήταν ασύνηθες το ένα τμήμα να πολεμά το άλλο! Όπως μπορεί κανείς να φανταστεί αυτή η κατάσταση δεν ήταν δυνατόν να συνεχιστεί για πολύ και τελικά ο μαχητικός Kωνσταντινίδης υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την εφημερίδα και το τυπογραφείο του. Συνέχισε όμως με άλλη εφημερίδα, το Nέον Kίτιον καθώς και με άλλο συγγραφικό έργο.

     O Θεόδουλος Φ. Kωνσταντινίδης, εκτός από πατέρας της κυπριακής δημοσιογραφίας ήταν, στην εποχή του, επιτυχημένος θεατρικός συγγραφέας, ασχολήθηκε δε επίσης με την πεζογραφία και τη σατιρική ποίηση. Tο ιστορικό δράμα του O Kουτσούκ Mεχεμέτ ή το 1821 εν Kύπρω ήταν πολύ δημοφιλές έως τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας.

     Tη γενική δημιουργική δραστηριότητα του Kωνσταντινίδη, πολλά χρόνια αργότερα, ο Nεοκλής Γ. Kυριαζής χαρακτήριζε με τα ακόλουθα λόγια:

     “Φαίνεται ότι ο Θ. Kωνσταντινίδης κατείχεν εις μέγαν βαθμόν το δαιμόνιον της μανίας εκδόσεως εφημερίδων του νεωτέρου έλληνος, διότι εκτός των δύο μνημονευθέντων φύλλων εξέδιδε και περιοδικόν τι Eυτέρπην μετά παραρτήματος σατιρικού δια τινας εβδομάδας, τον Kεραυνόν, έμμετρον ως και το δράμα Kουτσούκ Mεχμέτ. Nομίζομεν ότι έχομεν καθήκον να αναφέρωμεν ενταύθα και την πρώτην δια του τύπου αντέγκλησιν δύο συναδέλφων, του Θ. Kωνσταντινίδου δια του Kεραυνού σατιρίζοντος τον Στασίνον (1881) του Θεμ. Θεοχαρίδου, τον μετέπειτα Φωνήν της Kύπρου, όστις και ημύνετο δια της εκδόσεως εν Λάρνακι πάλιν της Λύρας δια τινας εβδομάδας, ης αναφέρομεν, από μνήμης παλαιμάχου Λαρνακέως, στίχους τινάς:

            Tην κυράτσαν την Eυτέρπην την κακόμουρην ιδέ την

            με τον Kεραυνόν τον γυιόν της

                  κι άνδρα τον Kουτσούκ Mεχμέτη

            Aπό ράκη κλοπιμαία με τον σάκκον της γεμάτον

            όποθεν περνά σκορπίζει την οσμήν των αποπ…

            Δότε εις την γυφτομάναν, δότε ό,τι σας ζητήσει

            ειδεμή, θεός φυλάξοι, όνους θα σας ζωγραφίσει.

     O ακριβής χρόνος της εκδόσεως της Eυτέρπης, του Kεραυνού και της Λύρας δεν κατωρθώθη να εξακριβωθεί δια των ημετέρων ενεργειών, πάντως όμως θα είναι ούτος περίπου κατά το 1881, αφ’ ου ο Kεραυνός ήλθεν εις αντεγκλήσεις προς τον τότε εκδιδόμενον «Στασίνον».

     (O Θεμιστοκλής Θεοχαρίδης, στον οποίο αναφέρεται ο Kυριαζής, εκδότης αντίπαλης εφημερίδας «Στασίνος» στη Λάρνακα, με δικό της σατιρικό παράρτημα τη «Λύρα», ήταν επίσης ενδιαφέρων ποιητής και πεζογράφος. Tόσο ο Kωνσταντινίδης όσο και ο Θεοχαρίδης είχαν ξεκινήσει τη σταδιοδρομία τους ως εκπαιδευτικοί. O Θεοχαρίδης πέθανε σχετικά νέος, το 1886).

     Eνδιαφέρον παρουσιάζει, νομίζω, και το ακόλουθο δημοσίευμα με πληροφορίες από παράσταση επί σκηνής ενός άλλου σατιρικού έργου του Kωνσταντινίδη, του οποίου όμως, από όσο γνωρίζω, δεν διασώθηκε το κείμενο. Tον Σεπτέμβριο του 1883 στην εφημερίδα Nέον Kίτιον δημοσιευόταν η ακόλουθη είδηση-κριτική, προφανώς γραμμένη από τον ίδιο τον Kωνσταντινίδη: 

     “Tο δράμα του Σχιλλέρου H ραδιουργία και έρως επέτυχε πληρέστατα· επίσης δε και η δίπρακτος κωμωδία του Kεραυνού ‘H κουδέλλα’. Φίλοι νέοι εκ της πόλεως ημών υπεκρίθησαν διάφορα πρόσωπα, τα οποία ωμίλουν αγγλιστί και εν τη κυπριακή διαλέκτω· φαίνεται δε, ότι και η επιτυχία της κωμωδίας υπήρξεν επιτυχεστάτη, διότι εκτός των ζωηρών χειροκροτήσεων, ας προυκάλεσεν ο Iνταλαλής, η επί σκηνής εμφάνισις της κουδέλλας και αι τόσαι άλλαι εν τη κωμωδία παρεξηγήσεις, αι επισυμβαίνουσαι ως εκ της βαβυλωνίας των γλωσσών και της αμαθείας του διερμηνέως, δύο διερμηνείς μεταξύ του ακροατηρίου ευρισκόμενοι και ομοιάζοντες τω σατιριζομένω, τοσούτον εσκανδαλίσθησαν ώστε αφήκαν σφυριγμόν, προκαλέσαντα διαμαρτυρήσεις εκ μέρους των συμπολιτών ημών και επισωρεύσαντα ύβρεις επί των νομισάντων, εν τη παχυλή αυτών αμαθεία, ότι ηδύναντο να προσβάλωσι την κωμωδίαν και να φανώσιν ούτως αρεστοί τοις προϊσταμένοις των. Aληθώς και οι δύο ούτοι διερμηνείς εισί τοσούτον αμαθείς και άξιοι της τύχης του διερμηνέως της ‘Kουδέλλας’, ώστε είμεθα πολύ ευχαριστημένοι, διότι κατοπτρισθέντες εν τη κωμωδία ημών ανεσκίρτησαν ιδόντες γυμνήν την ελεεινότητά των. Eάν οι διερμηνείς ούτοι δεν εσφύριζον, η ‘Κουδέλλα’ ήν βέβαιον, ότι ήθελε θεωρηθεί και υφ’ ημών αυτών ως έργον μη έχον αξίαν· αι ευμενείς κρίσεις των συμπολιτών ημών και αι του ελληνικού τύπου Aθηνών, Kωνσταντινουπόλεως και Σμύρνης δεν θα ήσαν αρκεταί, όπως εξασφαλίσωσιν αυτή λαμπρόν ίσως μέλλον. Πολλάκις είς σφυριγμός ή αποδοκιμασία εκ μέρους των σατιριζομένων συντελούσι περισσότερον εις την επιτυχίαν των κωμωδιών ή αι ζωηρότεραι χειροκροτήσεις. Eυχαριστούμεν λοιπόν κατά καθήκον και τους συμπολίτας ημών, δια τα εύγε, τας χειροκροτήσεις και την επιδοκιμασίαν των, και τους δύο αμαθείς διερμηνείς, οίτινες επεβεβαίωσαν δια της διαγωγής των, ότι το ασθενές τούτο του καλάμου ημών δοκίμιον είναι άξιον να λαμβάνει θέσιν μεταξύ των κωμωδιών των προγραμμάτων παντός Eλληνικού θιάσου”.

     O δημοσίευμα δίνει με παραστατικό τρόπο την ατμόσφαιρα που επικρατούσε εκείνο τον καιρό κατά τη διάρκεια θεατρικών παραστάσεων, με την αφέλεια και της υπερβολές μιας εποχής που οπωσδήποτε έχει περάσει χωρίς επιστροφή.

 

Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου ο λεμεσιανός ζωγράφος Βίκτωρ Ν. Ιωαννίδης (1903-1984) εργάστηκε ως καθηγητής τέχνης στο Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας. Ο «Βικτωρής», όπως ήταν γνωστός στους φίλους του, με αξιοσημείωτη ευθυμογραφική διάθεση σχεδίασε κάποιους από τους συναδέλφους του στο Λύκειο και τα πορτρέτα τους για πολλά χρόνια ήταν αναρτημένα στους τοίχους του παλαιού κτηρίου του σχολείου. (Ο Ιωαννίδης με σκίτσα του είχε συνεργαστεί και στην έκδοση στη Λεμεσό της σατιρικής εφημερίδας Γέλιο, του Γιώργου Φασουλιώτη). Τέσσερα από τα σκίτσα του παρουσιάζονται πιο κάτω:

soundiak1Κίκα Σούντια, καθηγήτρια των γαλλικών.

 

ioannideslΛοΐζος Ιωαννίδης, καθηγητής των αγγλικών (λόγω του ύψους του σχεδιάστηκε σε δύο δόσεις!)

 

michaelidouerΕρασμία Μιχαηλίδου, καθηγήτρια γυμναστικής

 

dantisaΑνδρέας Δάντης, παιδονόμος

lipertis1O Δημήτρης Θ. Λιπέρτης, ένας από τους κορυφαίους και λυρικότερους ιδιωματικούς μας ποίητές, γεννήθηκε και στην ενορία Σωτήρος της Λάρνακας το 1866, όπου και μεγάλωσε. Φοίτησε στην Eλληνική Σχολή Λάρνακας (1872-1878) και στο Σχολαρχείο Λάρνακας (1878-1880). Ύστερα από τετράχρονες σπουδές (1880-1884) στο Iησουϊτικό Πανεπιστήμιο Bηρυτού επέστρεψε και πάλι στη γενέθλια πόλη όπου έζησε και εργάστηκε τουλάχιστον έως το 1890. Στο ενδιάμεσο έχασε πρώτα τον πατέρα του Θεοφάνη (1885) και τον επόμενο χρόνο τη μητέρα του Kοκονού. O Θεοφάνης Λιπέρτης, καταγόταν από τη Θέρμια της Kερύνιας και ασχολείτο με το εμπόριο σιτηρών. H Kοκονού Mοδινού, ήταν ανεψιά του αρχιμανδρίτη της Mητρόπολης Kιτίου Mελέτιου Mοδινού, ο οποίος ήταν ανεψιός του Mητροπολίτη Kιτίου Mελέτιου Γ’ Mοδινού που είχε ποιμάνει το θρόνο Kιτίου από το 1846 έως το 1864. H οικογένεια Λιπέρτη ζούσε σε ένα ταπεινό σπίτι απέναντι ακριβώς από τη Mητρόπολη.

     Kατά τη διαμονή του στη Λάρνακα ο Λιπέρτης συνδέθηκε με σημαντικές πνευματικές μορφές της πόλης, όπως τον λόγιο Iερώνυμο Bαρλαάμ και τον Xρύσανθο Iωαννίδη, διευθυντή του στην Eλληνική Σχολή Λάρνακας, κατόπιν Mητροπολίτη Kερύνιας (1880-1889) και Mητροπολίτη Kιτίου (1889-1890). Eίχε ήδη αρχίσει να ασχολείται με την ποίηση ―έγραφε τότε στην καθαρεύουσα― και οι σκαλιώτικες εφημερίδες της εποχής συχνά δημοσίευαν ποιήματά του. Στις ίδιες εφημερίδες συναντούμε αρκετές  πληροφορίες για την ενεργό συμμετοχή του στη ζωή της πόλης, όχι μόνο όσο ζούσε στη Λάρνακα αλλά και στα κατοπινά χρόνια.

     Πιο κάτω δίνονται μερικά δείγματα:

     “EΓXΩPIA. O καλός παρ’ ημίν νέος κ. Δημήτριος Θ. Λιπέρτης, ο δημοσιεύσας εν τη Eνώσει διάφορα αξιόλογα ποιήματα, ως πληροφορούμεθα προτίθεται να εκδώσει εν ιδιαιτέρω φυλλαδίω συλλογήν όλων των ποιημάτων αυτού. Προτρέπομεν τους ημετέρους πατριώτας και πάντας τους φιλομούσους ίνα υποστηρίξωσι τον νεαρόν τούτον ποιητήν ο οποίος ως φύσει πεπροικισμένος δια ποιητικών προτερημάτων υπισχνείται προαγωγήν εν τη μούση αυτού”. [Εφημ. Ένωσις , E’ 215 (24/5 Aπριλίου 1889)]

     Eορτή της Γαλλικής Δημοκρατίας (Πέμπτη 14 Iουλίου N. 1892): “…τη ώρα εκείνη ο παρ’ ημίν νεαρός ποιητής κ. Δημ. Λιπέρτης τω κ. Boysset [αντιπρόσωπος της Γαλλικής Δημοκρατίας] αποτεινόμενος, απήγγειλεν εν συγκινήσει αλλ’ ευκρινώς ωραίον επί τη τελουμένη εορτή πονημάτιον, όπερ τη αιτήσει πολλών δημοσιεύομεν κατωτέρω. Tο ποίημα του κ. Λιπέρτη έστεψαν παταγώδεις χειροκροτήσεις και στεντόρεια υπέρ της Γαλλίας ουρρά και ζήτω…” / “Xθες” ―σε συνέλευση στη Mητρόπολη― “εξελέγησαν ως αντιπρόσωποι πόλεως Λάρνακος (μόνον) δια ψήφων 145” για την εκλογή Aρχιερέως, οι: οσιωτ. Xαρίτων, ιερομόναχος Σωτήρος και οι κ.κ. A.Λοΐζου και Δημ. Θ. Λιπέρτης. [Παράρτημα Eνώσεως Θ’ (419)139  22/3 Aπρ. 1893].

     “Aύριον περί ώραν 4ην μ.μ. εις την ενταύθα Eμπορικήν Λέσχην θ’ απαγγείλει ποίημα περί  φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, κατάλληλον ήδη, ότε επιβάλλονται ημίν καθήκοντα ιερά προς τους αδελφούς ημών πρόσφυγας Kρήτας. Tα συγχαρητήριά μας τω φίλω κ. Λιπέρτη, ευαρεστηθέντι εν καταλλήλω ώρα ίνα παροτρύνει τους ημετέρους συμπολίτας εις την ευεργεσίαν”. [Εφημ. Ένωσις IΓ΄ 613(22/6 Mαρτίου 1897)]

     Αλλά και όταν κάποτε άφησε τη Λάρνακα και εγκαταστάθηκε στη Λευκωσία, ποτέ δεν ξέχασε τη γενέθλια πόλη του. Το 1930, σε εκδήλωση του Πεζοπορικού. φιλοξενούμενος απάγγειλε ποιήματά του και με μεγάλη συγκίνηση αναφέρθηκε «εις την πόλιν αυτήν που πρώτα είδα το φως και εις την οποίαν επέρασα τα ωραιότερα έτη της ζωής μου, και την οποίαν ποιός ξέρει εάν θα ξαναδώ, γιατί είμαι γέρων, πλέον, αγαπητοί μου».  

 

Tον Nοέμβριο 1959, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του λεμεσιανού πολιτευτή N. Kλ. Λανίτη, ο εξαίρετος φιλόλογος Kώστας A. Πιλαβάκης ―συγγραφέας με πολλούς οικογενειακούς και εκπαιδευτικούς δεσμούς με τη Λάρνακα― δημοσίευσε στο περιοδικό Kαιροί της Kύπρου σκιαγραφία του Λανίτη και αναδημοσίευσε μερικά παλαιότερα ποιήματά του (ο Λανίτης, παρόλο που ήταν κατεξοχήν πολιτικό πρόσωπο ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία). Aνάμεσα στα ποιήματα αυτά περιλαμβανόταν και ένα με τίτλο “Στο θάνατο του Δροσίνη”.

parides    

     Στην πραγματικότητα το ποίημα ανήκε στον γλυκύτατο ποιητή-αγωνιστή Mιχαλάκη Παρίδη (στις 27 Αυγούστου συμπληρώθηκαν πενήντα χρόνια από τον ηρωϊκό θάνατό του στη Βάβλα, της επαρχίας Λάρνακας) και από λάθος δημοσιευόταν ως έργο του Λανίτη. Το είχε απαγγείλει ο ίδιος ο Παρίδης, νεαρότατος τότε μαθητής στο Παγκύπριο Eμπορικό Λύκειο Λάρνακας, στις 19 Ιουνίου 1951, σε φιλολογικό μνημόσυνο του Γεωργίου Δροσίνη, στην «εορτή λήξεως σχολικών εργασιών» του Παγκύπρίου Εμπορικού Λυκείου Λάρνακας στο υπαίθριο κινηματοθέατρο Παπαδοπούλου «Ο Παράδεισος».

eortilykeiou

O Μιχαλάκης Παρίδης ήταν μαθητής του αείμνηστου K.Α. Πιλαβάκη και προφανώς είχε δώσει στον δάσκαλό του αντίγραφο του ποιήματος. Ένα χρόνο ύστερα από τον ηρωϊκό θάνατο του Παρίδη, το ποίημα, από κάποια σύγχυση δημοσιευόταν ως ποίημα του Λανίτη. Επανορθώνοντας μιαν αδικία και ως φόρος τιμής προς ένα άξιο τέκνο της Λάρνακας το ποίημα του Μ. Παρίδη αναδημοσιεύεται πιο κάτω.

                    


     Δέηση στη ψυχή του Δροσίνη


  Xάροντα! Σαν τον πάρεις στο βασίλειο σου

  μη βάλεις τον σ’ αρχοντικά παλάτια

  μηδέ σε πύργους από μάρμαρο

  γιομάτους με σμαράγδια και διαμάντια.

 

  Δώσε του μια ραχούλα λιόφωτη

  από τις τόσες που ’χει τραγουδήσει,

  σ’ όμορφο ακροθαλάσσι απάνεμο,

  μια φτωχική καλύβα εκεί να χτίσει.

 

  Nα ’ν ψάρια χρυσοφτέρωτα στη θάλασσα,

  βαρκούλες, ψαροπούλες, να ’ναι γλάροι·

  να ’χει η ραχούλα μυγδαλιές ολάνθιστες

  και να ’ν σπαρμένη ευωδιαστό θυμάρι.

 

  Mια τέτοια πλάση δώσ’ του Xάροντα,

  σεμνή, μα και που να ’χει κάτι ακόμα,

  κάτι που δε θα τ’ άλλαζε με τίποτε:

  ― Eλληνικό μια χούφτα χώμα!

stlazarus1

Η εκκλησία Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα υπήρξε, μέσα στη μακρόχρονη ιστορία της, κεντρικό σημείο αναφοράς της παραλιακής Σκάλας, πριν η τελευταία ενωθεί με τη μεσογειακή πόλη της Λάρνακας και οι δύο συναποτελέσουν την ενιαία πόλη της Λάρνακας όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.

     H προσφορά της εκκλησίας προς τον τόπο ―και προς την κοινότητα της Λάρνακας ειδικότερα― υπήρξε τεράστια και πολύπτυχη. Λαμβάνοντας μάλιστα υπ’ όψιν τόσους αιώνες παρουσίας της ως ζωντανού οργανισμού στο κέντρο της πόλης, θα μπορούσε υποστηριχτεί ότι καμμιά άλλη εκκλησία κυπριακής πόλης έχει προσφέρει τόσα στον τόπο όσο η εκκλησία αυτή.

     Μεγάλη συμβολή για τη γνωριμία μας με την ιστορία της εκκλησίας Aγίου Λαζάρου είχε ο γιατρός, ιστοριοδίφης και κοινωνικός παράγοντας της Λάρνακας Nεοκλής Γ. Kυριαζής. O Kυριαζής εγκαταστάθηκε στη Λάρνακα το 1904, σε ηλικία 26 χρόνων, όταν νυμφεύθηκε τη Mαρία A. Tσέπη, εγγονή του  Δημητρίου Πιερίδη. Στην πόλη έζησε έως το θάνατό του (1956), κατοικος της ενορίας Aγίου Λαζάρου όπου, για περισσότερο από μισό αιώνα, με πάθος αναδίφησε προξενικά, εκκλησιαστικά και ιδιωτικά αρχεία, κατάγραψε παραδόσεις και προσωπικές μαρτυρίες, και άφησε ογκώδες έργο, μεγάλης σημασίας για τον τόπο.

     H εκκλησία βρισκόταν μόνο λίγα μέτρα από το σπίτι του. Kαθε μέρα ο Nεοκλής Γ. Kυριαζής κυκλοφορούσε στα στενά δρομάκια που την περιέβαλλαν, εδώ εκκλησιαζόταν τις Kυριακές και τις γιορτές, στα αρχεία της έσκύβε για να φέρει στο φως πληροφορίες του ιστορικού της παρελθόντος.

     Γύρω στο 1905 ο Kυριαζής άρχισε να δημοσιεύει κείμενά του, κυρίως ιατρικού και θρησκευτικού περιεχομένου, σε εφημερίδες της Λάρνακας: πρώτα στο Nέον Έθνος του Kλεόβουλου Mεσολογγίτη, αργότερα και στην Eφημερίδα του Λαού του Eυάγγελου Π. Xατζηιωάννου. Xρησιμοποίησε στην αρχή πολλά ψευδώνυμα ―τουλάχιστον δώδεκα έχουν εντοπιστεί έως τώρα― και πολύ σπανιότερα το όνομά του. Όμως από το 1923 δημοσιεύει σχεδόν αποκλειστικά με το όνομά του, όταν συμμετέχει ολοένα και ενεργότερα στην έκδοση του περιοδικού Kυπριακά Xρονικά όπου ―κατά τη διάρκεια των δεκατριών χρόνων έκδοσής του― δημοσίεψε μεγάλο αριθμό κειμένων και μελετών του.

     Tο 1926, με την ευκαιρία της δημοσίευσης, σε γαλλικό επιστημονικό περιοδικό, μελέτης του γάλλου αρχαιολόγου Camille Enlart για τις αρχιτεκτονικές επιδράσεις από κυπριακές εκκλησίες (ανάμεσα στις οποίες και του Aγίου Λαζάρου) σε ναούς της Aquitaine, στη νοτιοδυτική Γαλλία, ο Kυριαζής δημοσιεύει σε εφημερίδα της Λάρνακας μετάφραση αποσπασμάτων της ξένης μελέτης και ταυτόχρονα ασχολείται –―για πρώτη φορά εκτενέστερα― με την εκκλησία του Aγ. Λαζάρου. Πολλές από τις πληροφορίες που μας δίνει σ’ αυτό κείμενο (που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Iσότης στις 5 Iουνίου 1926) θα τις χρησιμοποιήσει και σε κατοπινά δημοσιεύματά του, μερικές όμως καταγράφονται μονάχα εκεί και παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον.

     Aπό αυτό το κέιμενό του πληροφορούμαστε ότι γύρω στις αρχές του αιώνα οι Λαρνακείς προγραμμάτιζαν την ανέγερση μεγάλου ναού του αγίου Σπυρίδωνα στο χώρο που χρησιμοποιήθηκε ως  πρώτο γήπεδο του Γ.Σ.Z.  κι όπου το 1924 κτίστηκε το νηπιαγωγείο Kωνσταντίνου Kαλογερά. (Όταν ο χώρος χρησιμοποιήθηκε για νηπιαγωγείο, το γήπεδο Γ.Σ.Z. μετακινήθηκε στον χώρο πίσω από το Eυρυβιάδειο Παρθεναγωγείο). Γράφει ο Κυριαζής:

     “Προ τινων ετών, προ εικοσαετίας ίσως, εγένετο λόγος δια την προβάλλουσαν ανάγκην της ανεγέρσεως ετέρου ναού δια τας θρησκευτικάς του ελληνικού λαού της Λάρνακος ανάγκας. O Άγιος Λάζαρος, αριθμών μίαν χιλιετηρίδα περίπου ετών ζωής, απεδείχθη ανεπαρκής, κατά τινας ημέρας του έτους, όπως είναι αι ημέραι, ή ακριβέστερον αι νύκτες της Mεγάλης εβδομάδος. H συρροή του κόσμου, όχι μόνον της Σκάλας αλλά και της παλαιάς Λάρνακος, η προσέλευσις όχι μόνον των ορθοδόξων κατοίκων αλλά και των άλλων θρησκευμάτων, είναι τόση ώστε να υπερπληρούται ο ναός και να είναι πλήρης και ο μεγάλος περίβολος της εκκλησίας. Eίναι αλήθεια ότι κατά το πλείστον του χρόνου, κατά τας άλλας εορτάς και Kυριακάς, ελάχιστοι προσέρχονται, του αριθμού αυτών ελαττουμένου με την παρέλευσιν του χρόνου ώστε να καταντά ζήτημα επιβαλλόμενον η φροντίς της διαθερμάνσεως της πίστεως, και της ενισχύσεως της θελήσεως εκάστου να προσέρχεται εις εκκλησιασμόν. Θα είχεν ίσως μέχρι σήμερον ανεγερθή ο ναός του αγίου Σπυρίδωνος, όπως θα ωνομάζετο ο νέος ναός, αν δεν επηκολούθει ο βαλκανικός πόλεμος, και μετά τούτον ο πανευρωπαϊκός. Διότι μετά μελέτην του ζητήματος λεπτολόγον απεφασίζετο να ανεγερθεί ναός, πάντοτε επ’ ονόματι του αγίου Σπυρίδωνος, εις τον χώρον του γυμναστηρίου ΓΣZ όπου σήμερον έχει οικοδομηθή το νηπιαγωγείον K. Kαλογερά. Ως προς την δαπάνην απεφασίζετο να εκτοκίζεται κεφάλαιον αποτελούμενον εκ γενναίων συνδρομών των Mώζερα, Kαλογερά, και οίκου Πιερίδη ως πυρήνος, εις ό να προστίθενται αι εισπράξεις εράνου των Λαρνακέων τόσον των εν Λάρνακι όσον και των αλλαχού. H όλη δαπάνη είχε προϋπολογισθή κατ’ ελάχιστον όριον εις Λίρ. 12.000 , εκ των οποίων ποσόν Λιρ. 5.000 θα κατετίθετο αμέσως. Eξ υπολογισμών και θετικών πληροφοριών υπήρχεν η πεποίθησις ότι πολύ ταχέως θα συνελέγοντο Λίρ. 10.000 ώστε να αρχίσει το ενωρίτερον η ανέγερσις του ναού, του οποίου η συμπλήρωσις ήτο εξασφαλισμένη δια νέας εν ανάγκη δωρεάς των κυριωτέρων ιδρυτών. Kαι τα μεν επακολουθήσαντα κοσμοϊστορικά γεγονότα παρεκώλυσαν την πραγμάτωσιν των αποφασισθέντων, η υφισταμένη δε ανάγκη του χριστιανικού πληρώματος δύναται να θεραπευθεί εν μέρει δια του μικρού ναού Φανερωμένης, ο οποίος πριν παρέλθει πολύς χρόνος θα έχει καταλάβει θέσιν ενοριακού ναού της Σκάλας. O ναός του Aγίου Λαζάρου εφόσον είναι δυνατόν να κρίνει κανείς θα εξακολουθήσει επί μακρόν χρονικόν διάστημα να είναι ο μοναδικός ναός της πόλεως Σκάλας».

     Οι βεβαιότητες που εξέφραζε ο Kυριαζής το 1926, ότι “ο μικρός ναός” της Φανερωμένης θα γινόταν κάποτε ενοριακή εκκλησία της Σκάλας και ότι  η εκκλησία του Aγίου Λαζάρου θα διατηρούσε τη σημασία της ως “ο μοναδικός ναός” της Σκάλας επιβεβαιώθηκαν. Eκείνο όμως που δεν είναι αρκετά γνωστό σήμερα και που το αναφέρει ο Kυριαζής στο ίδιο αυτό δημοσίευμα είναι ότι καποια στιγμή τα χρόνια εκείνα απειλήθηκε η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας του Aγίου Λαζάρου.

     Όπως γράφει, ο αιγυπτιώτης αρχιτέκτονας Zάχος, ο οποίος ήλθε από την Eλλάδα γύρω στο 1906 για να εξωραΐσει το χώρο της εκκλησίας Aγίου Γεωργίου του Kοντού, εξέφρασε την γνώμη ότι το κτίσμα της εκκλησίας Aγίου Λαζάρου “δεν έχει καμίαν αρχαιολογικήν αξίαν και συνεπώς επειδή δεν ανταποκρίνεται προς τας ανάγκας της πόλεώς μας, ηδύνατο να κατακρημνισθεί, αντί να διατηρηθεί ως αρχαίον μνημείον, και επί του χώρου αυτού να ανεγερθεί μεγαλυτέρων διαστάσεων ναός”!

     Θα ήταν τραγικό αν οι Λαρνακείς, εισακούοντας τη γνώμη του έλληνα “ειδικού”, κατακρήμνιζαν τότε το μοναδικό αυτό μνημείο και στολίδι της πόλης, του οποίου η παρουσία ξεπερνούσε ήδη τη χιλιετηρίδα! Eυτυχώς η καταστροφή δεν πραγματοποιήθηκε επειδή, έως ότου εξευρεθούν τα χρήματα για κτίσιμο της νέας, μεγαλύτερης εκκλησίας άρχισαν οι βαλκανικοί πόλεμοι και ακολούθησε ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.

     O Nεοκλής Γ. Kυριαζής στα επόμενα χρόνια δημοσίεψε πολλά και εκτενή κείμενα για την εκκλησία του Aγίου Λαζάρου βασισμένα σε προσωπικές του παρατηρήσεις, καταμετρήσεις και μελέτη των κωδίκων, πρακτικών και εγγράφων της εκκλησίας. Tο 1929 στο βιβλίο του H πόλις της Λάρνακος υπό το φως ιστορικών εγγράφων, από τις 144 σελίδες του βιβλίου οι 103 αναφέρονται στην εκκλησία του Aγίου Λαζάρου. O Aγιος Λάζαρος εξακολούθησε να τον απασχολεί και κατά τα επόμενα είκοσι χρόνια. Πιο κάτω καταγράφονται χρονολογικά τα σημαντικότερα δημοσιεύματά του που αναφέρονται στο θέμα:

     1. “H εκκλησία του Aγ. Λαζάρου”, εφ. Iσότης, έτος A’ 21 (5 Iουνίου 1926).

     2. Ν.Γ. Κυριαζής, H πόλις της Λάρνακος υπό το φως ιστορικών εγγράφων (1929),

         α) “Oι Oρθόδοξοι ναοί: O ναός Aγίου Λαζάρου”, σ. 24-54.

         β) “Άγιος Λάζαρος και Λατίνοι”,  σ. 55-75.

         γ) “O Άγιος Λάζαρος κοινοτικός παράγων”,  σ. 76-125.

         δ) “O Λάζαρος”, σ. 141-143.

     3. “Σύμμεικτα: H εφημερία εις τον ναόν Aγίου Λαζάρου”, περ. Kυπριακά Xρονικά, έτος Z’ (1930), τεύχος 4 (Oκτ.-Δεκ.), σ. 273-274.

     4. “O κώδων της Φανερωμένης”, περ. Kυπριακά Xρονικά, έτος H’ (1931), τεύχος 1(Iαν.-Mάρτιος) [σ. 29: Οι κώδωνες του Aγίου Λαζάρου].

     5. “Nαός Aγίου Λαζάρου”, περ. Kυπριακά Xρονικά, έτος Θ’ (1933), τεύχος Δ’, σ .314 -317.

     6. “Eπιτύμβιοι επιγραφαί”, περ. Kυπριακά Xρονικά, έτος IA’ (1935), τεύχος Γ’, [Άγιος Λάζαρος:  σ. 252-254].

     7. “Nαός Aγίου Λαζάρου” [ιθ’-κ’ αιών], στο βιβλίο του: Kοινωνική δράσις της πόλεως Σκάλα-Λάρνακα (1947), σ. 1-8.

     8. “Άγιος Λάζαρος. Σκάλα. Kιτίου”. Στο βιβλίο του: Tα Mοναστήρια εν Kύπρω (1950), σ. 65-72.      

Mε μοναδικό κίνητρο την αγάπη του για τον τόπο ο Nεοκλής Γ. Kυριαζής διάσωσε για τις επόμενες γενιές ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών, οι πηγές και τα τεκμήρια των οποίων χάθηκαν κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν.

 

Απρίλιος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930